μεταφορά: Difference between revisions

m
Text replacement - "οῑς" to "οῖς"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "οῑς" to "οῖς")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (ΑΜ [[μεταφορά]], Μ και [[μεταφορά]]) [[μεταφέρω]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[μεταφέρω]], [[μετακόμιση]], [[μετατόπιση]], [[μετακομιδή]], [[κουβάλημα]] («η [[μεταφορά]] τών επίπλων μού στοίχισε μια [[περιουσία]]»)<br /><b>2.</b> η [[χρήση]] ενός όρου πλησιέστερου στην [[εμπειρία]] προκειμένου να εκφραστεί με αναλογική [[αντικατάσταση]] μια αφηρημένη [[έννοια]] [[χωρίς]] [[παρεμβολή]] κάποιου στοιχείου από το [[τυπικό]] της γλώσσας το οποίο να εισαγάγει μια [[παρομοίωση]] (α. «ο [[χειμώνας]] της ζωής» — τα [[γηρατειά]]<br />β. «σιδηροῑς καὶ ἀδαμαντίνοις λόγοις», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[μεταγλώττιση]], [[μετάφραση]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> νοερή [[μετάβαση]] από έναν [[τόπο]] σε [[άλλο]] ή από μια [[εποχή]] σε [[άλλη]]<br /><b>3.</b> (στη λογιστ.) α) η [[καταχώριση]] από τα ημερολόγια στα [[καθολικά]] και η [[αναγραφή]] ορισμένων ποσών ή συνόλων από [[σελίδα]] σε [[σελίδα]], από λογαριασμό σε λογαριασμό και από [[βιβλίο]] σε [[βιβλίο]]<br />β) <b>φρ.</b> «εις μεταφοράν» — [[φράση]] που σημειώνεται [[μετά]] από το [[άθροισμα]] τών κονδυλίων μιας σελίδας λογιστικού βιβλίου και σημαίνει ότι το [[άθροισμα]] αυτό μεταγράφεται στην [[αρχή]] της επόμενης σελίδας συνοδευόμενο από τη [[φράση]] «εκ μεταφοράς»<br /><b>4.</b> (γραφ. τέχν.) η [[μετατύπωση]] κειμένου, σχεδίου ή εικόνας, που πρόκειται να εκτυπωθεί, από ένα ενδιάμεσο φέρον [[μέσο]] —λ.χ. χημικό [[χαρτί]] ή φωτογραφικό φίλμ— στο τελικό [[μέσο]] εκτύπωσης, όπως [[είναι]], λ.χ., η λιθογραφική [[πλάκα]] ή το μεταλλικό [[έλασμα]]<br /><b>5.</b> <b>μουσ.</b> [[μετάθεση]] ενός μουσικού έργου σε [[άλλο]] τονικό ύψος, κν. τρανσπόρτο<br /><b>6.</b> <b>φυσ.</b> η [[κίνηση]] ενός στερεού σώματος [[κατά]] τη [[διάρκεια]] της οποίας όλα τα [[σημεία]] του διατηρούν ορισμένη σταθερή [[διεύθυνση]] σε οποιαδήποτε χρονική [[στιγμή]]<br /><b>7.</b> (φυσ.-μετεωρ.) [[διαδικασία]] μετάδοσης της θερμότητας μέσω της κίνησης ενός θερμότερου ρευστού<br /><b>8.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οι μεταφορές</i><br /><b>συγκοιν.</b> το [[σύνολο]] τών διαφόρων τρόπων μετακίνησης προσώπων ή πραγμάτων από [[τόπο]] σε [[τόπο]] (α. «αστικές μεταφορές» β. «αεροπορικές μεταφορές» γ. «θαλάσσιες μεταφορές»)<br /><b>9.</b> <b>φρ.</b> α) «αριθμοί μεταφοράς»<br /><b>χημ.</b> εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στην [[ηλεκτροχημεία]] και οι οποίες παρέχουν το [[κλάσμα]] του ολικού ρεύματος το οποίο μεταφέρεται από ένα ιόν [[μέσα]] σε ένα [[διάλυμα]]<br />β) «[[γραμμή]] μεταφοράς»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> ηλεκτρική [[γραμμή]] η οποία μεταφέρει ηλεκτρική [[ενέργεια]] από τον σταθμό παραγωγής στους σταθμούς κατανομής ή από τους σταθμούς κατανομής στους υποσταθμούς<br />γ) «[[χαρτί]] μεταφοράς»<br /><b>(φωτογρ.)</b> ειδικό [[χαρτί]] που επιτρέπει την [[αποτύπωση]] μιας εικόνας σε [[άλλη]] [[επιφάνεια]] με τον ίδιο τρόπο που γίνεται στις χαλκομανίες<br />δ) <b>(οικον.)</b> «[[μεταφορά]] κεφαλαίων» — [[διακίνηση]] ιδιωτικών κεφαλαίων από [[χώρα]] σε [[χώρα]] ή από [[τράπεζα]] σε [[τράπεζα]]<br />ε) «[[μέσα]] μεταφοράς<br /><b>βλ.</b> [[μέσο]]<br />στ) «[[σύμβαση]] μεταφοράς»<br /><b>(νομ.)</b> άτυπη, [[αμφοτεροβαρής]] εμπορική [[πράξη]] η οποία γίνεται από δύο πλευρές με χαρακτήρα μίσθωσης έργου και με την οποία ο [[ένας]] από τους συμβαλλομένους, [[δηλαδή]] ο [[μεταφορέας]], αναλαμβάνει να μεταφέρει πρόσωπα ή πράγματα σε ορισμένο [[τόπο]] και σε καθορισμένο χρόνο και ο [[άλλος]] συμβαλλόμενος, [[δηλαδή]] ο [[επιβάτης]], [[είναι]] υποχρεωμένος να καταβάλει τη συμφωνημένη [[αμοιβή]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[αλλαγή]] της φάσης της Σελήνης.
|mltxt=η (ΑΜ [[μεταφορά]], Μ και [[μεταφορά]]) [[μεταφέρω]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[μεταφέρω]], [[μετακόμιση]], [[μετατόπιση]], [[μετακομιδή]], [[κουβάλημα]] («η [[μεταφορά]] τών επίπλων μού στοίχισε μια [[περιουσία]]»)<br /><b>2.</b> η [[χρήση]] ενός όρου πλησιέστερου στην [[εμπειρία]] προκειμένου να εκφραστεί με αναλογική [[αντικατάσταση]] μια αφηρημένη [[έννοια]] [[χωρίς]] [[παρεμβολή]] κάποιου στοιχείου από το [[τυπικό]] της γλώσσας το οποίο να εισαγάγει μια [[παρομοίωση]] (α. «ο [[χειμώνας]] της ζωής» — τα [[γηρατειά]]<br />β. «σιδηροῖς καὶ ἀδαμαντίνοις λόγοις», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[μεταγλώττιση]], [[μετάφραση]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> νοερή [[μετάβαση]] από έναν [[τόπο]] σε [[άλλο]] ή από μια [[εποχή]] σε [[άλλη]]<br /><b>3.</b> (στη λογιστ.) α) η [[καταχώριση]] από τα ημερολόγια στα [[καθολικά]] και η [[αναγραφή]] ορισμένων ποσών ή συνόλων από [[σελίδα]] σε [[σελίδα]], από λογαριασμό σε λογαριασμό και από [[βιβλίο]] σε [[βιβλίο]]<br />β) <b>φρ.</b> «εις μεταφοράν» — [[φράση]] που σημειώνεται [[μετά]] από το [[άθροισμα]] τών κονδυλίων μιας σελίδας λογιστικού βιβλίου και σημαίνει ότι το [[άθροισμα]] αυτό μεταγράφεται στην [[αρχή]] της επόμενης σελίδας συνοδευόμενο από τη [[φράση]] «εκ μεταφοράς»<br /><b>4.</b> (γραφ. τέχν.) η [[μετατύπωση]] κειμένου, σχεδίου ή εικόνας, που πρόκειται να εκτυπωθεί, από ένα ενδιάμεσο φέρον [[μέσο]] —λ.χ. χημικό [[χαρτί]] ή φωτογραφικό φίλμ— στο τελικό [[μέσο]] εκτύπωσης, όπως [[είναι]], λ.χ., η λιθογραφική [[πλάκα]] ή το μεταλλικό [[έλασμα]]<br /><b>5.</b> <b>μουσ.</b> [[μετάθεση]] ενός μουσικού έργου σε [[άλλο]] τονικό ύψος, κν. τρανσπόρτο<br /><b>6.</b> <b>φυσ.</b> η [[κίνηση]] ενός στερεού σώματος [[κατά]] τη [[διάρκεια]] της οποίας όλα τα [[σημεία]] του διατηρούν ορισμένη σταθερή [[διεύθυνση]] σε οποιαδήποτε χρονική [[στιγμή]]<br /><b>7.</b> (φυσ.-μετεωρ.) [[διαδικασία]] μετάδοσης της θερμότητας μέσω της κίνησης ενός θερμότερου ρευστού<br /><b>8.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οι μεταφορές</i><br /><b>συγκοιν.</b> το [[σύνολο]] τών διαφόρων τρόπων μετακίνησης προσώπων ή πραγμάτων από [[τόπο]] σε [[τόπο]] (α. «αστικές μεταφορές» β. «αεροπορικές μεταφορές» γ. «θαλάσσιες μεταφορές»)<br /><b>9.</b> <b>φρ.</b> α) «αριθμοί μεταφοράς»<br /><b>χημ.</b> εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στην [[ηλεκτροχημεία]] και οι οποίες παρέχουν το [[κλάσμα]] του ολικού ρεύματος το οποίο μεταφέρεται από ένα ιόν [[μέσα]] σε ένα [[διάλυμα]]<br />β) «[[γραμμή]] μεταφοράς»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> ηλεκτρική [[γραμμή]] η οποία μεταφέρει ηλεκτρική [[ενέργεια]] από τον σταθμό παραγωγής στους σταθμούς κατανομής ή από τους σταθμούς κατανομής στους υποσταθμούς<br />γ) «[[χαρτί]] μεταφοράς»<br /><b>(φωτογρ.)</b> ειδικό [[χαρτί]] που επιτρέπει την [[αποτύπωση]] μιας εικόνας σε [[άλλη]] [[επιφάνεια]] με τον ίδιο τρόπο που γίνεται στις χαλκομανίες<br />δ) <b>(οικον.)</b> «[[μεταφορά]] κεφαλαίων» — [[διακίνηση]] ιδιωτικών κεφαλαίων από [[χώρα]] σε [[χώρα]] ή από [[τράπεζα]] σε [[τράπεζα]]<br />ε) «[[μέσα]] μεταφοράς<br /><b>βλ.</b> [[μέσο]]<br />στ) «[[σύμβαση]] μεταφοράς»<br /><b>(νομ.)</b> άτυπη, [[αμφοτεροβαρής]] εμπορική [[πράξη]] η οποία γίνεται από δύο πλευρές με χαρακτήρα μίσθωσης έργου και με την οποία ο [[ένας]] από τους συμβαλλομένους, [[δηλαδή]] ο [[μεταφορέας]], αναλαμβάνει να μεταφέρει πρόσωπα ή πράγματα σε ορισμένο [[τόπο]] και σε καθορισμένο χρόνο και ο [[άλλος]] συμβαλλόμενος, [[δηλαδή]] ο [[επιβάτης]], [[είναι]] υποχρεωμένος να καταβάλει τη συμφωνημένη [[αμοιβή]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[αλλαγή]] της φάσης της Σελήνης.
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''μεταφορά:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> перемещение, вращение (τῆς σελήνης Plut.);<br /><b class="num">2)</b> употребление слова в переносном значении, метафора (μ. ἐστιν ὀνόματος ἀλλοτρίου [[ἐπιφορά]] Arst.).
|elrutext='''μεταφορά:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> перемещение, вращение (τῆς σελήνης Plut.);<br /><b class="num">2)</b> употребление слова в переносном значении, метафора (μ. ἐστιν ὀνόματος ἀλλοτρίου [[ἐπιφορά]] Arst.).
}}
}}