μισθός: Difference between revisions

m
Text replacement - "euphem." to "euphemism"
m (Text replacement - "οῑς" to "οῖς")
m (Text replacement - "euphem." to "euphemism")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0190.png Seite 190]] ὁ, [[Lohn]], [[Sold]]; μισθὸς [[ῥητός]], verabredeter Lohn, Il. 21, 445; εἰρημένος, Hes. O. 372; μισθὸς ἄλλοις [[ἄλλος]] ἐφ' ἕργμασιν [[γλυκύς]], Pind. I. 1, 47; [[ἀρέομαι]] Ἀθαναίων [[χάριν]] μισθόν, P. 1, 77; κ[[ἀμοῦ]] μισθὸν ἐνθήσειν κότῳ ἐπεύχεται, euphem. für Strafe, Aesch. Ag. 1234; παρηγμένους μισθοῖσιν εἰργάσθαι τάδε, Soph. Ant. 294; Trach. 557; κακῆς γυναικὸς μισθὸν ἀποτῖσαι, Eur. I. A. 1169; ἄξιον μισθὸν φέρεσθαι, Rhes. 162; φέρειν, Bacch. 257, Sold erhalten, wie Ar. Ach. 66. 137; μισθὸν πορίζειν, Eqq. 1014; ἐθήτευον ἐπὶ μισθῷ, sie dienten um Lohn, Her. 8, 137; Thuc. 8, 29 u. öfter; ἀξίως τοῦ μισθοῦ ὃν πράττομαι, den ich fordere, Plat. Prot. 328 b; [[ἀργύριον]] τελῶν ἐκείνῳ μισθὸν ὑπὲρ [[σεαυτοῦ]], ibd. 311 b; ἄρνυσθαι, 349 a; αἰτεῖν, Rep. I, 345 e; λαμβάνειν τινός, VIII, 568 c, wie Xen. An. 5, 6, 31; bes. von Soldaten, Söldnern; μισθοῦ, für Sold, οἳ ἔτυχον τῷ Περδίκκᾳ μισθοῦ μέλλοντες ἥξειν, Thuc. 4, 124; so τοὺς μισθοῦ τι πράττοντας, Dem. 18, 51, [[τίς]] μισθοῦ λέγει, 10, 75; vgl. Din. 1, 111; μισθοῦ στρατεύεσθαι, Pol. 3, 109, 6, der auch vrbdt τὸν μισθὸν ἐπιτιθέναι τινί, 5, 15, 8. – Auch im allgemeinen Sinne, Belohnung, Bestrafung, wie Plat. τῷ δικαίῳ παρὰ θεῶν ἆθλά τε καὶ μισθοὶ καὶ δῶρα γίγνεται, Rep. X, 614 a u. [[ἄνευ]] μισθοῦ ζημιώδους, Legg. I, 650 a, u. öfter bei Sp., wie Plut. u. Luc.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0190.png Seite 190]] ὁ, [[Lohn]], [[Sold]]; μισθὸς [[ῥητός]], verabredeter Lohn, Il. 21, 445; εἰρημένος, Hes. O. 372; μισθὸς ἄλλοις [[ἄλλος]] ἐφ' ἕργμασιν [[γλυκύς]], Pind. I. 1, 47; [[ἀρέομαι]] Ἀθαναίων [[χάριν]] μισθόν, P. 1, 77; κ[[ἀμοῦ]] μισθὸν ἐνθήσειν κότῳ ἐπεύχεται, euphemism für Strafe, Aesch. Ag. 1234; παρηγμένους μισθοῖσιν εἰργάσθαι τάδε, Soph. Ant. 294; Trach. 557; κακῆς γυναικὸς μισθὸν ἀποτῖσαι, Eur. I. A. 1169; ἄξιον μισθὸν φέρεσθαι, Rhes. 162; φέρειν, Bacch. 257, Sold erhalten, wie Ar. Ach. 66. 137; μισθὸν πορίζειν, Eqq. 1014; ἐθήτευον ἐπὶ μισθῷ, sie dienten um Lohn, Her. 8, 137; Thuc. 8, 29 u. öfter; ἀξίως τοῦ μισθοῦ ὃν πράττομαι, den ich fordere, Plat. Prot. 328 b; [[ἀργύριον]] τελῶν ἐκείνῳ μισθὸν ὑπὲρ [[σεαυτοῦ]], ibd. 311 b; ἄρνυσθαι, 349 a; αἰτεῖν, Rep. I, 345 e; λαμβάνειν τινός, VIII, 568 c, wie Xen. An. 5, 6, 31; bes. von Soldaten, Söldnern; μισθοῦ, für Sold, οἳ ἔτυχον τῷ Περδίκκᾳ μισθοῦ μέλλοντες ἥξειν, Thuc. 4, 124; so τοὺς μισθοῦ τι πράττοντας, Dem. 18, 51, [[τίς]] μισθοῦ λέγει, 10, 75; vgl. Din. 1, 111; μισθοῦ στρατεύεσθαι, Pol. 3, 109, 6, der auch vrbdt τὸν μισθὸν ἐπιτιθέναι τινί, 5, 15, 8. – Auch im allgemeinen Sinne, Belohnung, Bestrafung, wie Plat. τῷ δικαίῳ παρὰ θεῶν ἆθλά τε καὶ μισθοὶ καὶ δῶρα γίγνεται, Rep. X, 614 a u. [[ἄνευ]] μισθοῦ ζημιώδους, Legg. I, 650 a, u. öfter bei Sp., wie Plut. u. Luc.
}}
}}
{{ls
{{ls