περιρρέω: Difference between revisions

m
Text replacement - "ἡμᾱς" to "ἡμᾶς"
m (Text replacement - "n’é" to "n'é")
m (Text replacement - "ἡμᾱς" to "ἡμᾶς")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΜΑ<br /><b>1.</b> (για [[υγρό]]) ρέω, [[κυλώ]] [[γύρω]] από κάποιον ή από [[κάτι]], [[περιβρέχω]], [[περιχύνω]] κάποιον ή [[κάτι]] («νῆσον περιρρέει Νεῑλος», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>παθ.</b> <i>περιρρέομαι</i><br />περιβάλλομαι από [[νερό]], περιβρέχομαι («περιερρεῑτο δ' αὕτη ὑπὸ τοῦ Μάσκα κύκλῳ», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για τον αέρα) [[περιβάλλω]] («τοὺς δὲ ἐν τοῖς νήσοις ἃς περιρρεῖν τὸν ἀέρα πρὸς τῇ ἠπείρῳ οὔσας», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> (για [[φωτιά]]) [[περικυκλώνω]] («κύκλῳ τὸν τόπον ἐκεῖνον περιρρυῆναι τὸ πῡρ», Λυκούργ.)<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> (για [[πλήθος]] ανθρώπων) [[στέκομαι]] [[γύρω]] [[γύρω]] («ἅπαντες περιέρρεον ἡμᾱς κύκλῳ», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>4.</b> α) [[πλημμυρίζω]], [[γεμίζω]] από όλα τα μέρη<br />β) <b>μτφ.</b> έχω [[αφθονία]] («σοὶ δὲ [[πλουσία]] [[τράπεζα]] κείσθω καὶ περιρρείτω [[βίος]]», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>5.</b> αφανίζομαι, [[γίνομαι]] [[φτωχός]] σε [[κάτι]], [[χάνω]] ουσιώδη στοιχεία («περιερρυηκίας τῆς γῆς», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>6.</b> φθείρομαι, ξηραίνομαι, [[αδυνατίζω]], [[χωνεύω]] («[[πῆχυς]] [[ὅλος]] περιερρύη», Ιπποκρ.)<br /><b>7.</b> (για [[άνθη]]) μαραίνομαι, [[φυλλορροώ]]<br /><b>8.</b> [[πέφτω]] [[κάτω]], [[γλιστρώ]], [[ξεφεύγω]] («ἡ ἀσπὶς περιερρύη εἰς τὴν θάλασσαν», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>9.</b> (για [[δεσμά]]) χαλαρώνομαι, λύνομαι («αὗται δὲ αὐτόμαται [αἱ πέδαι] περιρρυῆναι», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>10.</b> <b>φρ.</b> α) «οὐδενὸς περιρρέοντος» — [[χωρίς]] να υπάρχει [[τίποτε]] σε υπερβολικό βαθμό, δηλ. περιττό, <b>Πλούτ.</b><br />β) «περιρρέονται μαθηταῑς» — έχουν [[αφθονία]] μαθητών <b>(Λιβάν.)</b>.
|mltxt=ΝΜΑ<br /><b>1.</b> (για [[υγρό]]) ρέω, [[κυλώ]] [[γύρω]] από κάποιον ή από [[κάτι]], [[περιβρέχω]], [[περιχύνω]] κάποιον ή [[κάτι]] («νῆσον περιρρέει Νεῑλος», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>παθ.</b> <i>περιρρέομαι</i><br />περιβάλλομαι από [[νερό]], περιβρέχομαι («περιερρεῑτο δ' αὕτη ὑπὸ τοῦ Μάσκα κύκλῳ», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για τον αέρα) [[περιβάλλω]] («τοὺς δὲ ἐν τοῖς νήσοις ἃς περιρρεῖν τὸν ἀέρα πρὸς τῇ ἠπείρῳ οὔσας», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> (για [[φωτιά]]) [[περικυκλώνω]] («κύκλῳ τὸν τόπον ἐκεῖνον περιρρυῆναι τὸ πῡρ», Λυκούργ.)<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> (για [[πλήθος]] ανθρώπων) [[στέκομαι]] [[γύρω]] [[γύρω]] («ἅπαντες περιέρρεον ἡμᾶς κύκλῳ», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>4.</b> α) [[πλημμυρίζω]], [[γεμίζω]] από όλα τα μέρη<br />β) <b>μτφ.</b> έχω [[αφθονία]] («σοὶ δὲ [[πλουσία]] [[τράπεζα]] κείσθω καὶ περιρρείτω [[βίος]]», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>5.</b> αφανίζομαι, [[γίνομαι]] [[φτωχός]] σε [[κάτι]], [[χάνω]] ουσιώδη στοιχεία («περιερρυηκίας τῆς γῆς», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>6.</b> φθείρομαι, ξηραίνομαι, [[αδυνατίζω]], [[χωνεύω]] («[[πῆχυς]] [[ὅλος]] περιερρύη», Ιπποκρ.)<br /><b>7.</b> (για [[άνθη]]) μαραίνομαι, [[φυλλορροώ]]<br /><b>8.</b> [[πέφτω]] [[κάτω]], [[γλιστρώ]], [[ξεφεύγω]] («ἡ ἀσπὶς περιερρύη εἰς τὴν θάλασσαν», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>9.</b> (για [[δεσμά]]) χαλαρώνομαι, λύνομαι («αὗται δὲ αὐτόμαται [αἱ πέδαι] περιρρυῆναι», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>10.</b> <b>φρ.</b> α) «οὐδενὸς περιρρέοντος» — [[χωρίς]] να υπάρχει [[τίποτε]] σε υπερβολικό βαθμό, δηλ. περιττό, <b>Πλούτ.</b><br />β) «περιρρέονται μαθηταῑς» — έχουν [[αφθονία]] μαθητών <b>(Λιβάν.)</b>.
}}
}}
{{lsm
{{lsm