3,274,195
edits
m (Text replacement - "(==Translations==)(?s)(\n)(.*)($)" to "{{trml |trtx=$3 }}") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δάκτῠλος''': ὁ, ποιητ. πληθ. δάκτυλα, Θεόκρ. 19. 3, Ἀνθ. Π. 9. 365, [[ὡσαύτως]] Ἀριστ. Φυσιογν. 6, 2· ― ὡς παρ’ ἡμῖν, Λατ. digitus, ἐπὶ δακτύλων συμβάλλεσθαι, λογαριάζειν ἐπὶ τῶν δακτύλων, Ἡρόδ. 6. 63, πρβλ. [[χείρ]]· ὁ [[μέγας]] δ., ὁ [[ἀντίχειρ]], ὁ αὐτ. 3. 8· ὁ [[μέσος]] Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 2. 8, 6· ὁ [[ἔσχατος]] ὁ αὐτ. Αἰτ. Φ. 4. 10, 27. 2) οἱ δ. τῶν ποδῶν Ξεν. Ἀν. 4. 5, 12· καὶ [[ἄνευ]] τοῦ ποδός, ὡς τὸ Λατ. digitus, Ἀριστοφ. Ἱππ. 874, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 1. 15· τὸ τῶν δ. [[μέγεθος]] ἐναντίως ἔχει ἐπί τε τῶν ποδῶν καὶ τῶν χειρῶν ὁ αὐτ. Ζῴ. Μ. 4. 10, 64· πρβλ. [[δακτυλίδιον]] ΙΙ. β) ἐπὶ τῶν δακτύλων τῶν ζῴων, ὁ αὐτ. Ἱ. Ζ. 2. 1, 5, κ. ἀλλ.· τῶν πτηνῶν, ὁ αὐτ. Ζῴ. Μ. 4. 12, 34, κ. ἀλλ. ΙΙ. τὸ ἐλάχιστον τῶν Ἑλλην. μέτρων μήκους = [[περίπου]] 0,018 τοῦ γαλλικοῦ μέτρου, Ἡρόδ. 1. 60, κ. ἀλλ.· πίνωμεν· [[δάκτυλος]] [[ἁμέρα]] Ἀλκαῖ. 31· [[δάκτυλος]] ἀὼς Ἀνθ. Π. 12. 50· [[οὕτως]] οἱ νεώτεροι Ἕλληνες ναῦται μετροῦσι τὴν ἀπόστασιν τοῦ ἡλίου ἀπὸ τοῦ ὁρίζοντος διὰ δακτύλων, Newton’s Halicarn.· πρβλ. [[δακτυλιαῖος]]. ΙΙΙ. φοίνιξ, «χουρμᾶς», [[καρπὸς]] τοῦ δένδρου φοίνικος, Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 4, 10, Ἀρτεμίδ. 5. 89. IV. μετρικὸς [[πούς]], ὁ [[δάκτυλος]], -υυ, Πλάτ. Πολιτ. 400Β· πρβλ. Ἀριστοφ. Νεφ. 651. V. Δάκτυλοι Ἰδαῖοι, μυθικὰ πρόσωπα ἐν Κρήτῃ, ἱερεῖς τῆς Κυβέλης, [[ὅθεν]] πιθανῶς οἱ αὐτοὶ καὶ οἱ Κορύβαντες, Στράβ. 355· Διόδ. 5. 64· πρβλ. Λοβ. Ἀγλαοφ. 1166, κἑξ. (Πρὸς τὸ δάκτυλος πρβλ. Λατ. digi-tus, Γοτθ. taih-o, Παλαιο-Σκανδ. καὶ Ἀγγλο-Σαξ. t â (ἀγγλ. toe = τοῦ ποδὸς [[δάκτυλος]]), Παλαιο-Γερμ. zeh-ã (Γερμ. zehe). Ὁ Κούρτ, ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ [[ῥίζα]] [[εἶναι]] ΔΕΚ ([[δέχομαι]]), συγκρίνων τὸ finger ἐκ τοῦ fangen· πρβλ., [[ὡσαύτως]] [[δεξιός]]· νομίζει δὲ ὅτι τὸ [[δέκα]], ὡς ὁ [[ἀριθμὸς]] τῶν δακτύλων, δυνατὸν νὰ [[εἶναι]] συγγενές). | |lstext='''δάκτῠλος''': ὁ, ποιητ. πληθ. δάκτυλα, Θεόκρ. 19. 3, Ἀνθ. Π. 9. 365, [[ὡσαύτως]] Ἀριστ. Φυσιογν. 6, 2· ― ὡς παρ’ ἡμῖν, Λατ. digitus, ἐπὶ δακτύλων συμβάλλεσθαι, λογαριάζειν ἐπὶ τῶν δακτύλων, Ἡρόδ. 6. 63, πρβλ. [[χείρ]]· ὁ [[μέγας]] δ., ὁ [[ἀντίχειρ]], ὁ αὐτ. 3. 8· ὁ [[μέσος]] Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 2. 8, 6· ὁ [[ἔσχατος]] ὁ αὐτ. Αἰτ. Φ. 4. 10, 27. 2) οἱ δ. τῶν ποδῶν Ξεν. Ἀν. 4. 5, 12· καὶ [[ἄνευ]] τοῦ ποδός, ὡς τὸ Λατ. digitus, Ἀριστοφ. Ἱππ. 874, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 1. 15· τὸ τῶν δ. [[μέγεθος]] ἐναντίως ἔχει ἐπί τε τῶν ποδῶν καὶ τῶν χειρῶν ὁ αὐτ. Ζῴ. Μ. 4. 10, 64· πρβλ. [[δακτυλίδιον]] ΙΙ. β) ἐπὶ τῶν δακτύλων τῶν ζῴων, ὁ αὐτ. Ἱ. Ζ. 2. 1, 5, κ. ἀλλ.· τῶν πτηνῶν, ὁ αὐτ. Ζῴ. Μ. 4. 12, 34, κ. ἀλλ. ΙΙ. τὸ ἐλάχιστον τῶν Ἑλλην. μέτρων μήκους = [[περίπου]] 0,018 τοῦ γαλλικοῦ μέτρου, Ἡρόδ. 1. 60, κ. ἀλλ.· πίνωμεν· [[δάκτυλος]] [[ἁμέρα]] Ἀλκαῖ. 31· [[δάκτυλος]] ἀὼς Ἀνθ. Π. 12. 50· [[οὕτως]] οἱ νεώτεροι Ἕλληνες ναῦται μετροῦσι τὴν ἀπόστασιν τοῦ ἡλίου ἀπὸ τοῦ ὁρίζοντος διὰ δακτύλων, Newton’s Halicarn.· πρβλ. [[δακτυλιαῖος]]. ΙΙΙ. φοίνιξ, «χουρμᾶς», [[καρπὸς]] τοῦ δένδρου φοίνικος, Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 4, 10, Ἀρτεμίδ. 5. 89. IV. μετρικὸς [[πούς]], ὁ [[δάκτυλος]], -υυ, Πλάτ. Πολιτ. 400Β· πρβλ. Ἀριστοφ. Νεφ. 651. V. Δάκτυλοι Ἰδαῖοι, μυθικὰ πρόσωπα ἐν Κρήτῃ, ἱερεῖς τῆς Κυβέλης, [[ὅθεν]] πιθανῶς οἱ αὐτοὶ καὶ οἱ Κορύβαντες, Στράβ. 355· Διόδ. 5. 64· πρβλ. Λοβ. Ἀγλαοφ. 1166, κἑξ. (Πρὸς τὸ δάκτυλος πρβλ. Λατ. digi-tus, Γοτθ. taih-o, Παλαιο-Σκανδ. καὶ Ἀγγλο-Σαξ. t â (ἀγγλ. toe = τοῦ ποδὸς [[δάκτυλος]]), Παλαιο-Γερμ. zeh-ã (Γερμ. zehe). Ὁ Κούρτ, ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ [[ῥίζα]] [[εἶναι]] ΔΕΚ ([[δέχομαι]]), συγκρίνων τὸ finger ἐκ τοῦ fangen· πρβλ., [[ὡσαύτως]] [[δεξιός]]· νομίζει δὲ ὅτι τὸ [[δέκα]], ὡς ὁ [[ἀριθμός|ἀριθμὸς]] τῶν δακτύλων, δυνατὸν νὰ [[εἶναι]] συγγενές). | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |