3,274,216
edits
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0104.png Seite 104]] ες, ungeheuer groß; [[δελφίν]], Il. 21, 22, vgl. [[κῆτος]], auch [[πόντος]], Od. 3, 158, wo es Einige erkl. = große Ungeheuer in seinen Tiefen habend; [[νηῦς]], Il. 8, 222. 11, 5. 600, von gewaltiger Höhlung, sehr geräumig. Vgl. noch [[κητώεις]]. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0104.png Seite 104]] ες, ungeheuer groß; [[δελφίν]], Il. 21, 22, vgl. [[κῆτος]], auch [[πόντος]], Od. 3, 158, wo es Einige erkl. = große Ungeheuer in seinen Tiefen habend; [[νηῦς]], Il. 8, 222. 11, 5. 600, von gewaltiger Höhlung, sehr geräumig. Vgl. noch [[κητώεις]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ης, ες:<br /><b>1</b> qui est un énorme cétacé ; <i>p. ext.</i> énorme, monstrueux;<br /><b>2</b> qui renferme d'énormes cétacés.<br />'''Étymologie:''' [[μέγας]], [[κῆτος]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μεγᾰκήτης''': -ες, ἐπίθ. τῆς θαλάσσης παρ’ Ὁμ., μεγακήτεα πόντον Ὀδ. Γ. 158, [[ἔνθα]] κοινῶς ἑρμηνεύεται: ἔχων ἀφθονίαν θαλασσίων τεράτων (κήτεα)· ἀλλ’ ἐν Ἰλ. Φ. 22, εὕρηται ὡς ἐπίθ. δελφῖνος, (ὑπὸ δελφῖνος μεγακήτεος ἰχθύες ἄλλοι φεύγοντες), ἐν Θ. 222., Λ. 5, 600, ἐπὶ πλοίου (μεγακήτεϊ νηί)· ὁ δὲ Θέογν. 175 ἔχει βαθυκήτεα πόντον, προφανῶς ἐπὶ τῆς αὐτῆς ἐννοίας ἐφ’ ἧς τὸ μεγακήτεα παρ’ Ὁμ. - Αἱ χρήσεις αὗται ὡδήγησαν τὸν Buttm. (ἑπόμενον τῷ Hemst. εἰς Λουκ. Τίμ. 26) νὰ διισχυρισθῇ ὅτι πρέπει νὰ ἔχῃ ἡ [[λέξις]] τὴν αὐτὴν σημασίαν, ἣν τὸ [[κητώεις]], [[καιετάεις]], δηλ. ἔχων μεγάλην, εὐρεῖαν κοιλίαν, χαίνων, [[πλήρης]] κοιλωμάτων· πρβλ. [[κῆτος]]. | |lstext='''μεγᾰκήτης''': -ες, ἐπίθ. τῆς θαλάσσης παρ’ Ὁμ., μεγακήτεα πόντον Ὀδ. Γ. 158, [[ἔνθα]] κοινῶς ἑρμηνεύεται: ἔχων ἀφθονίαν θαλασσίων τεράτων (κήτεα)· ἀλλ’ ἐν Ἰλ. Φ. 22, εὕρηται ὡς ἐπίθ. δελφῖνος, (ὑπὸ δελφῖνος μεγακήτεος ἰχθύες ἄλλοι φεύγοντες), ἐν Θ. 222., Λ. 5, 600, ἐπὶ πλοίου (μεγακήτεϊ νηί)· ὁ δὲ Θέογν. 175 ἔχει βαθυκήτεα πόντον, προφανῶς ἐπὶ τῆς αὐτῆς ἐννοίας ἐφ’ ἧς τὸ μεγακήτεα παρ’ Ὁμ. - Αἱ χρήσεις αὗται ὡδήγησαν τὸν Buttm. (ἑπόμενον τῷ Hemst. εἰς Λουκ. Τίμ. 26) νὰ διισχυρισθῇ ὅτι πρέπει νὰ ἔχῃ ἡ [[λέξις]] τὴν αὐτὴν σημασίαν, ἣν τὸ [[κητώεις]], [[καιετάεις]], δηλ. ἔχων μεγάλην, εὐρεῖαν κοιλίαν, χαίνων, [[πλήρης]] κοιλωμάτων· πρβλ. [[κῆτος]]. | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth |