πλωτός: Difference between revisions

No change in size ,  2 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "l’" to "l'")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0639.png Seite 639]] 1) schiffend, bes. schwimmend, [[νῆσος]], Od. 10, 3, Αἰολίη, was nach dem Schol. Einige erklärten τὴν ἐμπλεομένην, οῖον τὴν ἐν πλεομένοις τόποις κειμένην, Aristarch aber περιφερομένη; vgl. Her. 2, 156; ἰχθύων [[γένος]], Soph. frg. 678; θῆρες, Arion 1, 4; u. so hieß ein ganzes Fischgeschlecht ἡ πλωτὴ [[μύραινα]], die stets oben schwimmende, vgl. Ath. I, 4 c. – 2) schiffbar; [[πέλαγος]], Anyte 12 (VII, 215); [[θάλασσα]] [[οὐκέτι]] πλωτὴ ὑπὸ βραχέων, Her. 2, 102; [[ποταμός]], [[τόπος]], Pol. 1, 42, 2. 10, 48, 1; πάντων πλωτῶν καὶ πορευτῶν γεγονότων, 4, 40, 2; ἕλη, Plut. Pelop. 16.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0639.png Seite 639]] 1) schiffend, bes. schwimmend, [[νῆσος]], Od. 10, 3, Αἰολίη, was nach dem Schol. Einige erklärten τὴν ἐμπλεομένην, οῖον τὴν ἐν πλεομένοις τόποις κειμένην, Aristarch aber περιφερομένη; vgl. Her. 2, 156; ἰχθύων [[γένος]], Soph. frg. 678; θῆρες, Arion 1, 4; u. so hieß ein ganzes Fischgeschlecht ἡ πλωτὴ [[μύραινα]], die stets oben schwimmende, vgl. Ath. I, 4 c. – 2) schiffbar; [[πέλαγος]], Anyte 12 (VII, 215); [[θάλασσα]] [[οὐκέτι]] πλωτὴ ὑπὸ βραχέων, Her. 2, 102; [[ποταμός]], [[τόπος]], Pol. 1, 42, 2. 10, 48, 1; πάντων πλωτῶν καὶ πορευτῶν γεγονότων, 4, 40, 2; ἕλη, Plut. Pelop. 16.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br /><b>I.</b> navigable, accessible aux navires;<br /><b>II.</b> flottant :<br /><b>1</b> flottant sur l'eau;<br /><b>2</b> <i>p. ext.</i> qui nage.<br />'''Étymologie:''' [[πλώω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πλωτός''': -ή, -όν, καὶ ός, όν, ἐν Ἀνθ. Π. 5. 204· ([[πλώω]])· ― ἐπίθ. τῆς νήσου τοῦ Αἰόλου, Ὀδ. Κ. 3, δηλ. (ὡς ἑρμηνεύει ὁ Ἀρίσταρχ. παρ’ Εὐστ.) ὁ ἐπιπλέων, ὡς ἡ [[Δῆλος]] κατὰ τὸν μεταγενέστερον μῦθον (ἴδε [[Δῆλος]])· [[οὕτως]] ὁ Ἡρόδ. 2. 156 μνημονεύει πλωτὴν νῆσον, [[ἤτοι]] πλέουσαν, πρβλ. [[πλωάς]]· οὕτω, [τὴν γῆν] εἰπεῖν Θαλῆν... πλωτὴν [[εἶναι]]... [[ὥσπερ]] [[ξύλον]] Ἀριστ. π. Οὐρ. 2. 13, 13· ― [[ὡσαύτως]], ἐπὶ ἰχθύος, ὁ [[πλέων]], νηχόμενος, πλ. ἰχθύων γένος Σοφ. Ἀποσπ. 678· πλ. θῆρες Ἀρίων ἐν Bgk. Λυρ. σ. 566· καὶ μόνον πλωτοί, Ἀνθ. Π. 6. 14, 23, 296· πλωταὶ ἄγραι, [[ἁλιεία]], [[αὐτόθι]] 180· π. μύραιναι, ἐγχέλεις, Λατ. flutae, καλοῦνται δὲ [[οὕτως]] ὡς ἐπιπλέουσαι κατὰ τὴν ἐπιφάνειαν, Ἀθήν. 4C. Columell. 8, 17· ― [[ἀλλά]], πλ. ζῷα, [[καθόλου]] τὰ ἐν ὕδατι πλέοντα, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ πεζὰ καὶ τὰ πτηνά, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 1, 23, πρβλ. Πολιτικ. 1. 11, 2· ― τὰ πλ. [[εἶναι]] [[ὡσαύτως]] ἰχθύες μεταβαίνοντες ἀπὸ τόπου εἰς τόπον ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ μόνιμα, π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 37, 14, πρβλ. 8. 30, 5 ― [[ὡσαύτως]] καὶ παρυδάτια πτηνά, [[αὐτόθι]] 2. 12, 3, π. Ζ. Μορ. 4. 12, 18· τῶν ὀρνίθων οἱ πλ. [[αὐτόθι]], 23. ΙΙ. ὃν δύναταί τις νὰ πλεύσῃ, εἰς θάλασσαν [[οὐκέτι]] πλωτὴν ὑπὸ τῶν βραχέων Ἡρόδ. 2. 102· ποταμοὶ Ἀριστ. π. Θαυμασ. 84, Πολύβ. 10. 48, 1· ὃν δύναταί τις νὰ διέλθῃ διὰ πλοίων ἀντίθετον τῷ [[πορευτός]], ὁ αὐτ. 1. 42, 2, κτλ.· πλ. [[οἶμος]] Λυκόφρ. 889· μὴ γῆ βατή, μὴ [[θάλασσα]] πλωτὴ ἔστω, [[τύπος]] κατάρας, ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 916, 989α-991, 2664, κ. ἀλλ. 2) ἐπὶ ἐποχῶν ἢ καιρῶν, [[κατάλληλος]] πρὸς πλοῦν, Πολύβ. 1. 37, 10· ὡς οὐσιαστ., πλωτὸς (δηλ. [[καιρός]]), ὁ, ἡ πρὸς πλοῦν [[κατάλληλος]] ὥρα τοῦ ἔτους, καὶ πλωτοῦ, ἀρότου τε καὶ σπορᾶς Ἡρακλείδου Ἀλληγ. 7.
|lstext='''πλωτός''': -ή, -όν, καὶ ός, όν, ἐν Ἀνθ. Π. 5. 204· ([[πλώω]])· ― ἐπίθ. τῆς νήσου τοῦ Αἰόλου, Ὀδ. Κ. 3, δηλ. (ὡς ἑρμηνεύει ὁ Ἀρίσταρχ. παρ’ Εὐστ.) ὁ ἐπιπλέων, ὡς ἡ [[Δῆλος]] κατὰ τὸν μεταγενέστερον μῦθον (ἴδε [[Δῆλος]])· [[οὕτως]] ὁ Ἡρόδ. 2. 156 μνημονεύει πλωτὴν νῆσον, [[ἤτοι]] πλέουσαν, πρβλ. [[πλωάς]]· οὕτω, [τὴν γῆν] εἰπεῖν Θαλῆν... πλωτὴν [[εἶναι]]... [[ὥσπερ]] [[ξύλον]] Ἀριστ. π. Οὐρ. 2. 13, 13· ― [[ὡσαύτως]], ἐπὶ ἰχθύος, ὁ [[πλέων]], νηχόμενος, πλ. ἰχθύων γένος Σοφ. Ἀποσπ. 678· πλ. θῆρες Ἀρίων ἐν Bgk. Λυρ. σ. 566· καὶ μόνον πλωτοί, Ἀνθ. Π. 6. 14, 23, 296· πλωταὶ ἄγραι, [[ἁλιεία]], [[αὐτόθι]] 180· π. μύραιναι, ἐγχέλεις, Λατ. flutae, καλοῦνται δὲ [[οὕτως]] ὡς ἐπιπλέουσαι κατὰ τὴν ἐπιφάνειαν, Ἀθήν. 4C. Columell. 8, 17· ― [[ἀλλά]], πλ. ζῷα, [[καθόλου]] τὰ ἐν ὕδατι πλέοντα, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ πεζὰ καὶ τὰ πτηνά, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 1, 23, πρβλ. Πολιτικ. 1. 11, 2· ― τὰ πλ. [[εἶναι]] [[ὡσαύτως]] ἰχθύες μεταβαίνοντες ἀπὸ τόπου εἰς τόπον ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ μόνιμα, π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 37, 14, πρβλ. 8. 30, 5 ― [[ὡσαύτως]] καὶ παρυδάτια πτηνά, [[αὐτόθι]] 2. 12, 3, π. Ζ. Μορ. 4. 12, 18· τῶν ὀρνίθων οἱ πλ. [[αὐτόθι]], 23. ΙΙ. ὃν δύναταί τις νὰ πλεύσῃ, εἰς θάλασσαν [[οὐκέτι]] πλωτὴν ὑπὸ τῶν βραχέων Ἡρόδ. 2. 102· ποταμοὶ Ἀριστ. π. Θαυμασ. 84, Πολύβ. 10. 48, 1· ὃν δύναταί τις νὰ διέλθῃ διὰ πλοίων ἀντίθετον τῷ [[πορευτός]], ὁ αὐτ. 1. 42, 2, κτλ.· πλ. [[οἶμος]] Λυκόφρ. 889· μὴ γῆ βατή, μὴ [[θάλασσα]] πλωτὴ ἔστω, [[τύπος]] κατάρας, ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 916, 989α-991, 2664, κ. ἀλλ. 2) ἐπὶ ἐποχῶν ἢ καιρῶν, [[κατάλληλος]] πρὸς πλοῦν, Πολύβ. 1. 37, 10· ὡς οὐσιαστ., πλωτὸς (δηλ. [[καιρός]]), ὁ, ἡ πρὸς πλοῦν [[κατάλληλος]] ὥρα τοῦ ἔτους, καὶ πλωτοῦ, ἀρότου τε καὶ σπορᾶς Ἡρακλείδου Ἀλληγ. 7.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br /><b>I.</b> navigable, accessible aux navires;<br /><b>II.</b> flottant :<br /><b>1</b> flottant sur l'eau;<br /><b>2</b> <i>p. ext.</i> qui nage.<br />'''Étymologie:''' [[πλώω]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth