3,274,915
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1") |
||
Line 52: | Line 52: | ||
|btext=ου (τό) :<br />jus de la ciguë.<br />'''Étymologie:''' [[κῶνος]]. | |btext=ου (τό) :<br />jus de la ciguë.<br />'''Étymologie:''' [[κῶνος]]. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{elnl | ||
| | |elnltext=κώνειον -ου, τό [κῶνα: hars] dolle kervel (kruid), drank van dolle kervel:. πίνειν κ. de gifbeker drinken (door ter dood veroordeelden) Lys. 12.17. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''κώνειον:''' τό [[сок цикуты]] (которым отравляли в Афинах приговоренных к смертной казни) (τὸ κ. или κώνεια [[πιεῖν]] Xen., Plat., Arph.). | |||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''κώνειον:''' τό, «βρωμόχορτο», Λατ. [[cicuta]]· το [[δηλητήριο]] του φυτού [[αυτού]], με το οποίο οι εγκληματίες καταδικάζονταν σε θάνατο στην Αθήνα, σε Αριστοφ. κ.λπ. | |lsmtext='''κώνειον:''' τό, «βρωμόχορτο», Λατ. [[cicuta]]· το [[δηλητήριο]] του φυτού [[αυτού]], με το οποίο οι εγκληματίες καταδικάζονταν σε θάνατο στην Αθήνα, σε Αριστοφ. κ.λπ. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{ls | ||
| | |lstext='''κώνειον''': τό, κοινῶς «καρωνάκι» καὶ «βρωμόχορτον», Ἱππ. 681. 4, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 8, 3, κτλ. ΙΙ. ὁ ὀπὸς τοῦ δηλητηριώδους φυτοῦ κωνείου, δηλητήριον δι’ οὗ ἐφονεύοντο οἱ κατάδικοι ἐν Ἀθήναις, Ἀριστοφ. Βάτρ. 124· [[κώνειον]] πεπωκὼς Πλάτ. Λῦσ. 219Ε· τὸ [[κώνειον]] ἔπιεν Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 56· κώνεια πιεῖν Ἀριστοφ. Βάτρ. 1051, Ἀνδοκ. 24. 38. | ||
}} | }} | ||
{{etym | {{etym |