πραγματικός: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> propre au maniement des affaires, prudent, avisé ; <i>particul.</i> habile politique;<br /><b>2</b> qui concerne les affaires politiques.<br />'''Étymologie:''' [[πρᾶγμα]].
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> propre au maniement des affaires, prudent, avisé ; <i>particul.</i> habile politique;<br /><b>2</b> qui concerne les affaires politiques.<br />'''Étymologie:''' [[πρᾶγμα]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''πραγμᾰτικός''': -ή, -όν, (πράγμα) [[ἐπιτήδειος]] εἰς ἐνέργειαν ἢ ἀσχολίαν [[ἐνεργητικός]], [[δραστήριος]], ἐν χρήσει ἐν τῇ μεταγενεστ. Ἑλλην. ἀντὶ τοῦ [[πρακτικός]], [[μάλιστα]] ἐπὶ ἀνθρώπων ἐμπείρων τῶν πολιτικῶν πραγμάτων, Πολύβ. 7. 11, 2., 7. 12, 2, κ. ἀλλ., πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 4897C, 7· οἱ πρ., ἀντίθετον τῷ οἱ στρατιωτικοὶ ὁ αὐτ. 14. 4, 13, πρβλ. 24. 5, 5, Κικ, πρ. Ἀττ. 2. 20· ― [[ἐνίοτε]] [[ὡσαύτως]] ἐπὶ στρατιωτῶν καὶ τῶν ὁμοίων, ἄνδρες ἐνεργητικοί, Πολύβ. 1. 35, 5, πρβλ. 7. 11, 2· ― [[ἐντεῦθεν]] ἡ νομικὴ [[φράσις]] pragmatica sanctio ἢ jussio, αὐτοκρατορικὸν [[διάταγμα]] ἐπὶ δημοσίων ὑποθέσεων, Κῶδ. Ἰουστ., κτλ. 2) παρὰ τοῖς Ρωμ. συγγραφεῦσι pragmaticus ἐκαλεῖτο ὁ ὑποβάλλων ἐπιχειρήματα εἰς τοὺς ῥήτορας καὶ δικηγόρους, ὁ διευθύνων δίκας κτλ., Cic de Orat. 1. 45, 59, Ἰουβεν. 7. 123, Quintil 12. 3, 4. ΙΙ. ἐπὶ πραγμάτων, 1) ἐπὶ ἱστορίας, συστηματικὴ [[ἔκθεσις]] τῶν γεγονότων, Πολύβ. 1. 2. 8, κτλ.· πρβλ. [[πραγματεία]] ΙΙΙ. 2) [[ἰσχυρός]], ἐπὶ φρουρίου, ὁ αὐτ. 4. 70, 10. 3) ἐπὶ λόγου, ὁμιλίας, διαγωγῆς, κτλ., [[ἱκανός]], [[φρόνιμος]], ὁ αὐτ. 3. 116, 7., 36. 3, 1, κτλ.· ― [[οὕτως]] ἐν τῷ ἐπιρρ. -κῶς, ὁ αὐτ. 2. 13, 1, κτλ. ΙΙΙ. ὁ ἀναφερόμενος εἰς πραγματικὰ πράγματα, ὁ πρ. [[τόπος]] κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ ὁ [[λεκτικός]], Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 1· ― [[οὕτως]] ἐπίρρ. -κῶς, ἀντίθετον τῷ ψυχικῶς, Script. Myth. σ. 328 Westerm.
|elnltext=πραγματικός -ή -όν [πραγματεύομαι] efficiënt. Plut. Lyc. 21.1. politiek:. πραγματικὴ ἱστορία politieke geschiedenis Plut. Galb. 2.5.
}}
{{elru
|elrutext='''πραγμᾰτικός:'''<br /><b class="num">1)</b> [[сведущий в государственных делах]], [[политически опытный]] ([[βασιλεύς]] Polyb.);<br /><b class="num">2)</b> дельный, т. е. боевой (πλήθη Polyb.);<br /><b class="num">3)</b> [[укрепленный]], [[крепкий]] ([[τάξις]] Polyb.);<br /><b class="num">4)</b> [[сильный]], [[энергичный]] ([[αἰφνίδιος]] καὶ πραγματικὴ [[ἐπίθεσις]] Polyb.);<br /><b class="num">5)</b> [[деловой]], [[разумный]] ([[λόγος]] Polyb.);<br /><b class="num">6)</b> [[основанный на фактах]], [[прагматический]] ([[τρόπος]] τῆς ἱστορίας и [[ἱστορία]] Polyb.).<br /><b class="num">II</b> ὁ<br /><b class="num">1)</b> [[опытный государственный деятель]], [[искусный политик]] Polyb.;<br /><b class="num">2)</b> [[законовед]], [[поверенный]], [[адвокат]], Cic., Juv.
}}
}}
{{eles
{{eles
Line 28: Line 31:
|lsmtext='''πραγμᾰτικός:''' -ή, -όν ([[πρᾶγμα]]),<br /><b class="num">I. 1.</b> [[κατάλληλος]] για [[ασχολία]], [[ενεργητικός]], [[δραστήριος]], <i>οἱ πραγματικοί</i>, οι άνθρωποι της δράσης, σε Πολύβ.<br /><b class="num">2.</b> στους Ρωμαίους συγγραφείς, [[pragmaticus]] ήταν ένα είδος πληρεξούσιου δικηγόρου, σε Κικ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για την [[ιστορία]], [[συστηματικός]], σε Πολύβ.· λέγεται για [[ομιλία]], [[διαγωγή]] κ.λπ.· [[ικανός]], [[φρόνιμος]], στον ίδ.· επίρρ. -[[κῶς]], στον ίδ.
|lsmtext='''πραγμᾰτικός:''' -ή, -όν ([[πρᾶγμα]]),<br /><b class="num">I. 1.</b> [[κατάλληλος]] για [[ασχολία]], [[ενεργητικός]], [[δραστήριος]], <i>οἱ πραγματικοί</i>, οι άνθρωποι της δράσης, σε Πολύβ.<br /><b class="num">2.</b> στους Ρωμαίους συγγραφείς, [[pragmaticus]] ήταν ένα είδος πληρεξούσιου δικηγόρου, σε Κικ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για την [[ιστορία]], [[συστηματικός]], σε Πολύβ.· λέγεται για [[ομιλία]], [[διαγωγή]] κ.λπ.· [[ικανός]], [[φρόνιμος]], στον ίδ.· επίρρ. -[[κῶς]], στον ίδ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''πραγμᾰτικός:'''<br /><b class="num">1)</b> [[сведущий в государственных делах]], [[политически опытный]] ([[βασιλεύς]] Polyb.);<br /><b class="num">2)</b> дельный, т. е. боевой (πλήθη Polyb.);<br /><b class="num">3)</b> [[укрепленный]], [[крепкий]] ([[τάξις]] Polyb.);<br /><b class="num">4)</b> [[сильный]], [[энергичный]] ([[αἰφνίδιος]] καὶ πραγματικὴ [[ἐπίθεσις]] Polyb.);<br /><b class="num">5)</b> [[деловой]], [[разумный]] ([[λόγος]] Polyb.);<br /><b class="num">6)</b> [[основанный на фактах]], [[прагматический]] ([[τρόπος]] τῆς ἱστορίας и [[ἱστορία]] Polyb.).<br /><b class="num">II</b> ὁ<br /><b class="num">1)</b> [[опытный государственный деятель]], [[искусный политик]] Polyb.;<br /><b class="num">2)</b> [[законовед]], [[поверенный]], [[адвокат]], Cic., Juv.
|lstext='''πραγμᾰτικός''': -ή, -όν, (πράγμα) [[ἐπιτήδειος]] εἰς ἐνέργειαν ἢ ἀσχολίαν [[ἐνεργητικός]], [[δραστήριος]], ἐν χρήσει ἐν τῇ μεταγενεστ. Ἑλλην. ἀντὶ τοῦ [[πρακτικός]], [[μάλιστα]] ἐπὶ ἀνθρώπων ἐμπείρων τῶν πολιτικῶν πραγμάτων, Πολύβ. 7. 11, 2., 7. 12, 2, κ. ἀλλ., πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 4897C, 7· οἱ πρ., ἀντίθετον τῷ οἱ στρατιωτικοὶ ὁ αὐτ. 14. 4, 13, πρβλ. 24. 5, 5, Κικ, πρ. Ἀττ. 2. 20· ― [[ἐνίοτε]] [[ὡσαύτως]] ἐπὶ στρατιωτῶν καὶ τῶν ὁμοίων, ἄνδρες ἐνεργητικοί, Πολύβ. 1. 35, 5, πρβλ. 7. 11, 2· ― [[ἐντεῦθεν]] ἡ νομικὴ [[φράσις]] pragmatica sanctio ἢ jussio, αὐτοκρατορικὸν [[διάταγμα]] ἐπὶ δημοσίων ὑποθέσεων, Κῶδ. Ἰουστ., κτλ. 2) παρὰ τοῖς Ρωμ. συγγραφεῦσι pragmaticus ἐκαλεῖτο ὁ ὑποβάλλων ἐπιχειρήματα εἰς τοὺς ῥήτορας καὶ δικηγόρους, ὁ διευθύνων δίκας κτλ., Cic de Orat. 1. 45, 59, Ἰουβεν. 7. 123, Quintil 12. 3, 4. ΙΙ. ἐπὶ πραγμάτων, 1) ἐπὶ ἱστορίας, συστηματικὴ [[ἔκθεσις]] τῶν γεγονότων, Πολύβ. 1. 2. 8, κτλ.· πρβλ. [[πραγματεία]] ΙΙΙ. 2) [[ἰσχυρός]], ἐπὶ φρουρίου, ὁ αὐτ. 4. 70, 10. 3) ἐπὶ λόγου, ὁμιλίας, διαγωγῆς, κτλ., [[ἱκανός]], [[φρόνιμος]], ὁ αὐτ. 3. 116, 7., 36. 3, 1, κτλ.· ― [[οὕτως]] ἐν τῷ ἐπιρρ. -κῶς, ὁ αὐτ. 2. 13, 1, κτλ. ΙΙΙ. ὁ ἀναφερόμενος εἰς πραγματικὰ πράγματα, ὁ πρ. [[τόπος]] κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ ὁ [[λεκτικός]], Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 1· ― [[οὕτως]] ἐπίρρ. -κῶς, ἀντίθετον τῷ ψυχικῶς, Script. Myth. σ. 328 Westerm.
}}
{{elnl
|elnltext=πραγματικός -ή -όν [πραγματεύομαι] efficiënt. Plut. Lyc. 21.1. politiek:. πραγματικὴ ἱστορία politieke geschiedenis Plut. Galb. 2.5.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[πρᾶγμα]]<br /><b class="num">I.</b> fit for [[business]], [[active]], [[business]]-like; οἱ πραγματικοί men of [[action]], Polyb.<br /><b class="num">2.</b> in Roman writers, [[pragmaticus]] was a [[kind]] of [[attorney]], Cic.<br /><b class="num">II.</b> of [[history]], [[systematic]], Polyb.: of a [[speech]], [[conduct]], etc., [[able]], [[prudent]], Polyb.:—adv. -κῶς, Polyb.
|mdlsjtxt=[[πρᾶγμα]]<br /><b class="num">I.</b> fit for [[business]], [[active]], [[business]]-like; οἱ πραγματικοί men of [[action]], Polyb.<br /><b class="num">2.</b> in Roman writers, [[pragmaticus]] was a [[kind]] of [[attorney]], Cic.<br /><b class="num">II.</b> of [[history]], [[systematic]], Polyb.: of a [[speech]], [[conduct]], etc., [[able]], [[prudent]], Polyb.:—adv. -κῶς, Polyb.
}}
}}