πομπευτής: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />qui figure dans une procession.<br />'''Étymologie:''' [[πομπεύω]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br />qui figure dans une procession.<br />'''Étymologie:''' [[πομπεύω]].
}}
{{elru
|elrutext='''πομπευτής:''' οῦ ὁ [[участник торжественного шествия]] Luc.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, ΝΑ [[πομπεύω]]<br /><b>1.</b> αυτός που συμμετέχει σε [[πομπή]]<br /><b>2.</b> ο [[διοργανωτής]] ή [[τελετάρχης]] πομπής<br /><b>αρχ.</b><br />(ως επίθ. αλόγων) αυτός τον οποίο ασκούσαν για τις πομπές στον ρωμαϊκό ιππόδρομο.
|mltxt=ο, ΝΑ [[πομπεύω]]<br /><b>1.</b> αυτός που συμμετέχει σε [[πομπή]]<br /><b>2.</b> ο [[διοργανωτής]] ή [[τελετάρχης]] πομπής<br /><b>αρχ.</b><br />(ως επίθ. αλόγων) αυτός τον οποίο ασκούσαν για τις πομπές στον ρωμαϊκό ιππόδρομο.
}}
{{elru
|elrutext='''πομπευτής:''' οῦ ὁ [[участник торжественного шествия]] Luc.
}}
}}