ἄνηθον: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />[[aneth]], <i>plante</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG étym. inconnue, emprunt prob.
|btext=ου (τό) :<br />[[aneth]], <i>plante</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG étym. inconnue, emprunt prob.
}}
{{elru
|elrutext='''ἄνηθον:''' (ᾰ) τό бот. укроп Arph., Theocr.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 33: Line 36:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἄνηθον:''' ή ἄννηθον, τό, άνιθος, σε Αριστοφ., Θεόκρ.· Ιων. [[ἄννησον]] ή [[ἄνησον]], σε Ηρόδ.· Αιολ. ἄννητον ή [[ἄνητον]], σε [[Σαπφώ]] (άγν. προέλ.).
|lsmtext='''ἄνηθον:''' ή ἄννηθον, τό, άνιθος, σε Αριστοφ., Θεόκρ.· Ιων. [[ἄννησον]] ή [[ἄνησον]], σε Ηρόδ.· Αιολ. ἄννητον ή [[ἄνητον]], σε [[Σαπφώ]] (άγν. προέλ.).
}}
{{elru
|elrutext='''ἄνηθον:''' (ᾰ) τό бот. укроп Arph., Theocr.
}}
}}
{{etym
{{etym