3,274,216
edits
m (Text replacement - "(?s)(==Wikipedia EN==)(\n)(.*)(\n[{=])" to "{{wkpen |wketx=$3 }}$4") |
m (Text replacement - "(?s)(==Wikipedia EL==)(\n)(.*)(\n[{=])" to "{{wkpel |wkeltx=$3 }}$4") |
||
Line 13: | Line 13: | ||
|georg=Sīsyphus u. -os, ī, m. ([[Σίσυφος]]), [[Sohn]] [[des]] Äolos, [[Bruder]] [[des]] [[Salmoneus]] u. [[König]] zu Korinth, [[berüchtigt]] [[als]] verschlagener Straßenräuber, der, [[von]] [[Theseus]] getötet, in der [[Unterwelt]] zur [[Strafe]] [[einen]] [[immer]] [[wieder]] zurückrollenden [[Stein]] [[auf]] [[einen]] [[Berg]] [[wälzen]] mußte, Hyg. fab. 60. Mythogr. Lat. 2, 105. Poëta [[bei]] Cic. Tusc. 1, 10. Ov. [[met]]. 4, 460 sqq.: [[vafer]]. Hor. [[sat]]. 2, 3, 21. – Dav.: A) Sīsyphēius, a, um (Σίσυφήϊος), sisyphëisch, vincla, Avien. Arat. 597 (wo die [[erste]] [[Silbe]] [[kurz]]). – B) Sīsyphēus, a, um, sisyphëisch, [[mare]], Mythogr. Lat. 2, 105. – C) Sīsyphidēs, ae, m. (*[[Σισυφίδης]]), der Sisyphide ([[Sohn]] [[des]] [[Sisyphus]]), [[von]] [[Ulixes]] [[weil]] [[Sisyphus]] [[mit]] der Antiklea, [[vor]] ihrer Vermählung [[mit]] dem [[Laertes]], den [[Ulixes]] gezeugt [[haben]] soll, Ov. art. am. 3, 313. – D) Sīsyphius, a, um, a) sisyphisch, Prop.: sanguine [[cretus]] Sisyphio, d.i. [[Ulixes]], [[weil]] [[Sisyphus]] [[sein]] rechter [[Vater]] [[sein]] soll (s. [[Sisyphides]]), Ov. – b) korinthisch, [[weil]] [[Sisyphus]] [[König]] in Korinth [[gewesen]], [[opes]], Ov. | |georg=Sīsyphus u. -os, ī, m. ([[Σίσυφος]]), [[Sohn]] [[des]] Äolos, [[Bruder]] [[des]] [[Salmoneus]] u. [[König]] zu Korinth, [[berüchtigt]] [[als]] verschlagener Straßenräuber, der, [[von]] [[Theseus]] getötet, in der [[Unterwelt]] zur [[Strafe]] [[einen]] [[immer]] [[wieder]] zurückrollenden [[Stein]] [[auf]] [[einen]] [[Berg]] [[wälzen]] mußte, Hyg. fab. 60. Mythogr. Lat. 2, 105. Poëta [[bei]] Cic. Tusc. 1, 10. Ov. [[met]]. 4, 460 sqq.: [[vafer]]. Hor. [[sat]]. 2, 3, 21. – Dav.: A) Sīsyphēius, a, um (Σίσυφήϊος), sisyphëisch, vincla, Avien. Arat. 597 (wo die [[erste]] [[Silbe]] [[kurz]]). – B) Sīsyphēus, a, um, sisyphëisch, [[mare]], Mythogr. Lat. 2, 105. – C) Sīsyphidēs, ae, m. (*[[Σισυφίδης]]), der Sisyphide ([[Sohn]] [[des]] [[Sisyphus]]), [[von]] [[Ulixes]] [[weil]] [[Sisyphus]] [[mit]] der Antiklea, [[vor]] ihrer Vermählung [[mit]] dem [[Laertes]], den [[Ulixes]] gezeugt [[haben]] soll, Ov. art. am. 3, 313. – D) Sīsyphius, a, um, a) sisyphisch, Prop.: sanguine [[cretus]] Sisyphio, d.i. [[Ulixes]], [[weil]] [[Sisyphus]] [[sein]] rechter [[Vater]] [[sein]] soll (s. [[Sisyphides]]), Ov. – b) korinthisch, [[weil]] [[Sisyphus]] [[König]] in Korinth [[gewesen]], [[opes]], Ov. | ||
}} | }} | ||
= | {{wkpel | ||
Ο Σίσυφος ήταν μια πολύ ξεχωριστή προσωπικότητα της ελληνικής μυθολογίας. Ο Σίσυφος ήταν ιδρυτής και βασιλιάς της αρχαίας Εφύρας, που στη συνέχεια ονομάστηκε Κόρινθος. | |wkeltx=Ο Σίσυφος ήταν μια πολύ ξεχωριστή προσωπικότητα της ελληνικής μυθολογίας. Ο Σίσυφος ήταν ιδρυτής και βασιλιάς της αρχαίας Εφύρας, που στη συνέχεια ονομάστηκε Κόρινθος. | ||
Όλα άρχισαν όταν ο θεός Δίας αποπλάνησε την Αίγινα, η οποία ήταν κόρη του ποταμού και θεού Ασωπού. Παίρνοντας τη μορφή αετού, ο Δίας απήγαγε την Αίγινα και πήγε να κρυφτεί σ' ένα μικρό νησί του Αιγαίου. Ο Ασωπός ζήτησε από τον Σίσυφο να του πει τι γνώριζε και αυτός συμφώνησε, ζητώντας πρώτα για αντάλλαγμα, μια πηγή με νερό που θα ανάβλυζε ασταμάτητα από την ακρόπολη της πόλης του Ασωπού, για να ποτίζει την ξερή γη της Κορίνθου. | Όλα άρχισαν όταν ο θεός Δίας αποπλάνησε την Αίγινα, η οποία ήταν κόρη του ποταμού και θεού Ασωπού. Παίρνοντας τη μορφή αετού, ο Δίας απήγαγε την Αίγινα και πήγε να κρυφτεί σ' ένα μικρό νησί του Αιγαίου. Ο Ασωπός ζήτησε από τον Σίσυφο να του πει τι γνώριζε και αυτός συμφώνησε, ζητώντας πρώτα για αντάλλαγμα, μια πηγή με νερό που θα ανάβλυζε ασταμάτητα από την ακρόπολη της πόλης του Ασωπού, για να ποτίζει την ξερή γη της Κορίνθου. | ||
Line 25: | Line 25: | ||
Ο Σίσυφος τιμωρήθηκε για την ασεβή του συμπεριφορά. Οι "Κριτές των νεκρών", του έβαλαν ως βασανιστήριο να κουβαλάει ένα βράχο στην κορυφή ενός βουνού. Φτάνοντας στην κορυφή, η πέτρα ξανακυλούσε κάτω και έπρεπε να την ανεβάσει ξανά. Αυτή η τιμωρία είναι αιώνια για τον «νικητή» του Άδη. | Ο Σίσυφος τιμωρήθηκε για την ασεβή του συμπεριφορά. Οι "Κριτές των νεκρών", του έβαλαν ως βασανιστήριο να κουβαλάει ένα βράχο στην κορυφή ενός βουνού. Φτάνοντας στην κορυφή, η πέτρα ξανακυλούσε κάτω και έπρεπε να την ανεβάσει ξανά. Αυτή η τιμωρία είναι αιώνια για τον «νικητή» του Άδη. | ||
}} | |||
{{wkpen | {{wkpen | ||
|wketx=In Greek mythology Sisyphus or Sisyphos (/ˈsɪsɪfəs/; Ancient Greek: Σίσυφος Sísyphos) was the king of Ephyra (now known as Corinth). He was punished for his self-aggrandizing craftiness and deceitfulness by being forced to roll an immense boulder up a hill only for it to roll down every time it neared the top, repeating this action for eternity. Through the classical influence on modern culture, tasks that are both laborious and futile are therefore described as Sisyphean (/sɪsɪˈfiːən/). | |wketx=In Greek mythology Sisyphus or Sisyphos (/ˈsɪsɪfəs/; Ancient Greek: Σίσυφος Sísyphos) was the king of Ephyra (now known as Corinth). He was punished for his self-aggrandizing craftiness and deceitfulness by being forced to roll an immense boulder up a hill only for it to roll down every time it neared the top, repeating this action for eternity. Through the classical influence on modern culture, tasks that are both laborious and futile are therefore described as Sisyphean (/sɪsɪˈfiːən/). |