σκοπέω: Difference between revisions

CSV import
(CSV import)
(CSV import)
Line 48: Line 48:
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=-ῶ (=παρατηρῶ, [[ἐξετάζω]]). Ρίζα σκοϝκαί σκαϝ-. Θέματα:<br><b class="num">1)</b> σκεπ + [[πρόσφυμα]] τ + ομαι → [[σκέπτομαι]],<br><b class="num">2)</b> μέ ἑτεροίωση σκοπ + [[πρόσφυμα]] ε + ω → [[σκοπέω]] -ῶ. Τό [[σκοπεύω]] εἶναι μεταγενέστερος [[τύπος]] τοῦ σκοπῶ. Οἱ ἄλλοι χρόνοι τοῦ σκοπῶ συμπληρώνονται ἀπό τό [[σκέπτομαι]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[σκοπή]], [[σκοπιά]], [[σκοπιάζω]] (=παρατηρῶ), [[σκόπιμος]], [[σκόπησις]], ἀνασκόπησις, [[ἐπισκόπησις]], [[σκοπητέον]], [[σκοπός]], [[ἐπίσκοπος]], [[ἡμεροσκόπος]], [[θυοσκόπος]], [[οἰωνοσκόπος]], [[πρόσκοπος]], [[σκόπελος]], [[σκώψ]] σκωπός (=κουκουβάγια, [[μικρός]] μποῦφος), [[σκοπεύω]], [[σκόπευσις]], [[κατασκόπευσις]], [[σκοπευτής]], [[σκοπευτήριον]], [[σκοπευτικός]], [[σκέμμα]], [[σκεπτέον]], σκεπτιχός, [[σκέψις]], (ἐπι, δια, συ)[[σκεπτέον]], [[σκεπτέος]], [[ἄσκεπτος]], [[ἀσκέπτως]], [[ἀνεπίσκεπτος]], [[ἀξιόσκεπτος]], [[ἀπρόσκεπτος]], [[εὔσκεπτος]] καί τό σύνθ. [[σκοπιωρός]].
|mantxt=-ῶ (=παρατηρῶ, [[ἐξετάζω]]). Ρίζα σκοϝκαί σκαϝ-. Θέματα:<br><b class="num">1)</b> σκεπ + [[πρόσφυμα]] τ + ομαι → [[σκέπτομαι]],<br><b class="num">2)</b> μέ ἑτεροίωση σκοπ + [[πρόσφυμα]] ε + ω → [[σκοπέω]] -ῶ. Τό [[σκοπεύω]] εἶναι μεταγενέστερος [[τύπος]] τοῦ σκοπῶ. Οἱ ἄλλοι χρόνοι τοῦ σκοπῶ συμπληρώνονται ἀπό τό [[σκέπτομαι]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[σκοπή]], [[σκοπιά]], [[σκοπιάζω]] (=παρατηρῶ), [[σκόπιμος]], [[σκόπησις]], ἀνασκόπησις, [[ἐπισκόπησις]], [[σκοπητέον]], [[σκοπός]], [[ἐπίσκοπος]], [[ἡμεροσκόπος]], [[θυοσκόπος]], [[οἰωνοσκόπος]], [[πρόσκοπος]], [[σκόπελος]], [[σκώψ]] σκωπός (=κουκουβάγια, [[μικρός]] μποῦφος), [[σκοπεύω]], [[σκόπευσις]], [[κατασκόπευσις]], [[σκοπευτής]], [[σκοπευτήριον]], [[σκοπευτικός]], [[σκέμμα]], [[σκεπτέον]], σκεπτιχός, [[σκέψις]], (ἐπι, δια, συ)[[σκεπτέον]], [[σκεπτέος]], [[ἄσκεπτος]], [[ἀσκέπτως]], [[ἀνεπίσκεπτος]], [[ἀξιόσκεπτος]], [[ἀπρόσκεπτος]], [[εὔσκεπτος]] καί τό σύνθ. [[σκοπιωρός]].
}}
{{ntsuppl
|ntstxt=faire [[attention]] à ; prendre garde, veiller à ; épier
}}
}}