διάλεκτος: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}}\n)" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{trml.*}}\n)({{.*}}$)" to "$2 $1")
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}}\n)" to "$3$1$2")
Line 18: Line 18:
{{elnl
{{elnl
|elnltext=διάλεκτος -ου, ἡ [διαλέγομαι] het spreken:; ἐν τῇ διαλέκτῳ... ἡ μὲν ἄνω γνάθος ἀτρεμεῖ bij het spreken is de bovenkaak in ruste Hp. Art. 30; conversatie:. ἡ δὲ διάλεκτος... θεοῖς πρὸς ἀνθρώπους de conversatie tussen goden en mensen Plat. Smp. 203a. spreektaal:; ἡ εἰωθυῖα διάλεκτος de gewone spreektaal Aristot. Rh. 1404b24; manier van spreken:; διάλεκτον οὕτω σαφῆ καὶ περιττήν... γένεσθαι dat er een zo duidelijke en zorgvuldige spraak ontstaat Plut. Cor. 38.3; concr. term, uitdrukking:. σημαίνειν δέ φασιν οἶκον καμήλου τὴν διάλεκτον men zegt dat de term (Gaugamela) huis van een kameel betekent Plut. Alex. 31.7.
|elnltext=διάλεκτος -ου, ἡ [διαλέγομαι] het spreken:; ἐν τῇ διαλέκτῳ... ἡ μὲν ἄνω γνάθος ἀτρεμεῖ bij het spreken is de bovenkaak in ruste Hp. Art. 30; conversatie:. ἡ δὲ διάλεκτος... θεοῖς πρὸς ἀνθρώπους de conversatie tussen goden en mensen Plat. Smp. 203a. spreektaal:; ἡ εἰωθυῖα διάλεκτος de gewone spreektaal Aristot. Rh. 1404b24; manier van spreken:; διάλεκτον οὕτω σαφῆ καὶ περιττήν... γένεσθαι dat er een zo duidelijke en zorgvuldige spraak ontstaat Plut. Cor. 38.3; concr. term, uitdrukking:. σημαίνειν δέ φασιν οἶκον καμήλου τὴν διάλεκτον men zegt dat de term (Gaugamela) huis van een kameel betekent Plut. Alex. 31.7.
}}
{{pape
|ptext=ἡ,<br><b class="num">1</b> <i>[[Gespräch]], [[Unterredung]]</i>; θεοῖς πρὸς ἀνθρώπους Plat. <i>Symp</i>. 203a; überhaupt <i>[[Sprache]], Rede, Theaet</i>. 183b; Isocr. 15.283; ἐν τῇ διαλέκτῳ, <i>in der gewöhnlichen Rede</i>, Arist. <i>poet</i>. 22, wie εἰωθυῖα δ. <i>rhet</i>. 3.2; περὶ τοῦ [[ἐμοῦ]] βαδίσματος ἢ τῆς διαλέκτου, oder über meine <i>Art zu [[reden]]</i>, Dem. 87.55; – Sp.<br><b class="num">2</b> nach <i>Schol. Ar. Nub</i>. 317 φωνῆς χαρακτὴρ [[ἐθνικός]], <i>[[Redeweise]] eines Stammes od. Volkes</i> im <span class="ggns">Gegensatz</span> zu einer andern [[Mundart]]; Plut. <i>Alex</i>. 31 und [[öfter]], und bes. bei Gramm., die im Griechischen [[διάλεκτος]] [[Ἰάς]], [[Ἀτθίς]], [[Δωρίς]], [[Αἰολίς]] und κοινή [[unterscheiden]].
}}
}}
{{elru
{{elru
Line 48: Line 51:
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=[[συνομιλία]], τοπική γλώσσα). Ἀπό τό [[διαλέγομαι]] (=[[συνομιλῶ]]), ἀπό ὅπου καί τά παράγωγα: [[διαλεκτικός]], [[διαλεκτέον]], [[διάλεξις]], [[διάλογος]], [[διαλογή]]. Δές γιά περισσότερα παράγωγα στό [[ρῆμα]] [[λέγω]].
|mantxt=(=[[συνομιλία]], τοπική γλώσσα). Ἀπό τό [[διαλέγομαι]] (=[[συνομιλῶ]]), ἀπό ὅπου καί τά παράγωγα: [[διαλεκτικός]], [[διαλεκτέον]], [[διάλεξις]], [[διάλογος]], [[διαλογή]]. Δές γιά περισσότερα παράγωγα στό [[ρῆμα]] [[λέγω]].
}}
{{pape
|ptext=ἡ,<br><b class="num">1</b> <i>[[Gespräch]], [[Unterredung]]</i>; θεοῖς πρὸς ἀνθρώπους Plat. <i>Symp</i>. 203a; überhaupt <i>[[Sprache]], Rede, Theaet</i>. 183b; Isocr. 15.283; ἐν τῇ διαλέκτῳ, <i>in der gewöhnlichen Rede</i>, Arist. <i>poet</i>. 22, wie εἰωθυῖα δ. <i>rhet</i>. 3.2; περὶ τοῦ [[ἐμοῦ]] βαδίσματος ἢ τῆς διαλέκτου, oder über meine <i>Art zu [[reden]]</i>, Dem. 87.55; – Sp.<br><b class="num">2</b> nach <i>Schol. Ar. Nub</i>. 317 φωνῆς χαρακτὴρ [[ἐθνικός]], <i>[[Redeweise]] eines Stammes od. Volkes</i> im <span class="ggns">Gegensatz</span> zu einer andern [[Mundart]]; Plut. <i>Alex</i>. 31 und [[öfter]], und bes. bei Gramm., die im Griechischen [[διάλεκτος]] [[Ἰάς]], [[Ἀτθίς]], [[Δωρίς]], [[Αἰολίς]] und κοινή [[unterscheiden]].
}}
}}
{{trml
{{trml