3,274,216
edits
(12 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=plevra | |Transliteration C=plevra | ||
|Beta Code=pleura/ | |Beta Code=pleura/ | ||
|Definition= | |Definition=πλευρᾶς, ἡ,<br><span class="bld">A</span> = [[πλευρόν]], [[rib]], rare in sg., βοὸς πλευρά [[Herodotus|Hdt.]]4.64; παρὰ τὴν πλευρὰν ἑκάστην [[Aristotle|Arist.]]''[[Historia Animalium|HA]]''513b29: pl., [[rib]]s, Id.''PA''654b35.<br><span class="bld">2</span> pl., generally, [[side]] of a man or animal, ἄλλοτ' ἐπὶ πλευρὰς [[κατακείμενος]], ἄλλοτε δ' αὖτε [[ὕπτιος]] Il.24.10; of [[both sides]], ἀνὰ πλευράς τε καὶ ὤμους 23.716; οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία [[ἀμφοτέρωθεν]] μαστίεται 20.170, cf. Hes.''Sc.''430, [[Aeschylus|A.]]''[[Prometheus Vinctus|Pr.]]''71, ''Eu.''843 (lyr.): sg., also, of [[one side]], [[Sophocles|S.]]''[[Oedipus Coloneus|OC]]''1260, ''Aj.''834, etc.; a [[side]] of [[beef]], etc., ''PCair.Zen.''381.5 (iii B.C., written [[πλερά]]): the pl. form is [[varia lectio|v.l.]] in [[Euripides|E.]]''[[Hecuba|Hec.]]''826.<br><span class="bld">II</span> [[side]], of things and places, νηὸς πλευραί Thgn.513; χωρίου Pl.''Sis.''388e; ([[Πακτωλοῦ]]) D.P. 833; of an army, αἱ πλευραὶ τοῦ πλαισίου X.''An.''3.4.22, cf. 28, Plu.''Mar.'' 25, etc.; παρὰ π. τινὶ εἶναι Plb.5.26.6; [[παρὰ πλευράν]], opp. [[κατὰ κεφαλήν]], ''IG''22.463.72<br><span class="bld">III</span> Math., [[side]] of a [[triangle]] or other [[figure]], Antipho Soph.13, Pl.''Ti.''53d, 54c, etc.: esp.<br><span class="bld">b</span> [[side]] of a [[rectangle]], ib.36c: hence, one [[factor]] of any [[product]], Id.''Tht.''148a, [[Aristotle|Arist.]]''[[Metaphysics|Metaph.]]''1051a26, Euc.7 ''Def.''17, etc.<br><span class="bld">c</span> [[side]] of a [[square]] of [[cube]], and [[root]] of a [[square]] of [[cubic]] [[number]], Id.8.11, 12, ''Theol.Ar.''11; <b class="b3">κυβικὴ π.</b> cube [[root]], Ph.''Bel.''52.4.<br><span class="bld">d</span> [[generator]] of a [[cone]] or [[cylinder]], Archim.''Sph.Cyl.''1.8, 12. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ᾶς (ἡ) :<br />côté, | |btext=ᾶς (ἡ) :<br />[[côté]], [[flanc]] ; côté <i>ou</i> [[flanc d'une armée]] ; <i>t. de math.</i> [[côté d'un triangle]].<br />'''Étymologie:''' DELG étym. obscure ; pê famille de *pel-, avec idée de « étendre, étendue ». | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext= | |elnltext=πλευρά -ᾶς, ἡ, Ion. [[πλευρή]] anat. [[rib]], [[zijde]], meestal plur. overdr. [[zijde]], [[flank]]:. αἱ πλευραὶ τοῦ πλαισίου de flanken van het carré Xen. An. 3.4.22. wisk. zijde, van een driehoek, Antiphon B 13.45, van een rechthoek. Plat. Tim. 36c. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''πλευρά:''' ион. [[πλευρή]] ἡ<br /><b class="num">1</b> [[ребро]] ([[βοός]] Her.);<br /><b class="num">2</b> (преимущ. pl.) бок: ἐπὶ πλευρὰς κατακείμενος Hom. лежа на одном или на другом боку;<br /><b class="num">3</b> [[сторона]] (τοῦ πλαισίου Xen.; τοῦ τριγώνου Plat.);<br /><b class="num">4</b> [[фланг]] (ἡ δεξιὰ π. Xen.);<br /><b class="num">5</b> [[край]], [[окраина]] (αἱ πλευραὶ τῶν [[χωρίων]] Plat.);<br /><b class="num">6</b> [[страница]] (σελίδων π. Anth.). | |elrutext='''πλευρά:''' ион. [[πλευρή]] ἡ<br /><b class="num">1</b> [[ребро]] ([[βοός]] Her.);<br /><b class="num">2</b> (преимущ. pl.) [[бок]]: ἐπὶ πλευρὰς κατακείμενος Hom. лежа на одном или на другом боку;<br /><b class="num">3</b> [[сторона]] (τοῦ πλαισίου Xen.; τοῦ τριγώνου Plat.);<br /><b class="num">4</b> [[фланг]] (ἡ δεξιὰ π. Xen.);<br /><b class="num">5</b> [[край]], [[окраина]] (αἱ πλευραὶ τῶν [[χωρίων]] Plat.);<br /><b class="num">6</b> [[страница]] (σελίδων π. Anth.). | ||
}} | }} | ||
{{StrongGR | {{StrongGR | ||
Line 29: | Line 29: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> το [[πλευρό]]<br /><b>2.</b> καθένα από τα επιμήκη τοξοειδή οστά, κοίλα [[προς]] τα [[μέσα]], τα οποία σχηματίζουν, [[μαζί]] με τους θωρακικούς σπονδύλους και το [[στέρνο]], το [[κύτος]] του θώρακα (α. «[[κάταγμα]] στην [[τρίτη]] [[δεξιά]] [[πλευρά]]» β. «τείνουσι [[παρά]] τε τὴν πλευράν ἑκάστην φλεβία», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>3.</b> το πλάγιο [[μέρος]] οποιασδήποτε επιφάνειας (α. «στην αριστερή [[πλευρά]] του χωριού» β. «στη [[δεξιά]] [[πλευρά]] του αεροπλάνου» γ. «νηὸς [πρὸς] πλευρῇσιν ὑπὸ ζυγὰ θήσομεν ἡμεῖς», <b>Θέογν.</b>)<br /><b>4.</b> <b>μαθημ.</b> [[κάθε]] [[ευθεία]] που περιορίζει ένα επίπεδο [[σχήμα]] (α. «[[πλευρά]] τριγώνου» β. «[[πλευρά]] γωνίας»)<br /><b>5.</b> [[κάθε]] επίπεδη [[επιφάνεια]] στερεού σχήματος, [[έδρα]] («πλευρές του κύβου»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> ὁψη, [[άποψη]] ενός θέματος («το [[πρόβλημα]] εξετάστηκε προσεκτικά από [[κάθε]] [[πλευρά]]»)<br /><b>2.</b> <b>(γεωδ.)</b> η [[ευθεία]] που ενώνει δύο τριγωνομετρικά [[σημεία]] του δικτύου<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «γνήσιες πλευρές»<br /><b>ανατ.</b> οι πλευρές, τα οστά που συνάπτονται με το [[στέρνο]]<br />β) «νόθες πλευρές»<br /><b>ανατ.</b> οι πλευρές που συνάπτονται έμμεσα η καθεμιά με την [[αμέσως]] υπερκείμενη<br />γ) «αυχενικές πλευρές» <b>ιατρ.</b> [[ανωμαλία]] στη [[διάπλαση]] τών οστών τών πλευρών, [[κατά]] την οποία μια [[πλευρά]] εκτείνεται [[πλάγια]] από τον έβδομο αυχενικό σπόνδυλο [[προς]] το [[επάνω]] [[μέρος]] του στέρνου<br />δ) «από τη δική μου [[πλευρά]]» — από εμένα, εκ μέρους μου<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />(με αρχική [[αναφορά]] στην Εύα)<br />η [[σύζυγος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>μαθημ.</b> α) ο [[ένας]] από τους παράγοντες γινομένου<br />β) τετραγωνική ή κυβική [[ρίζα]] αριθμού<br /><b>2.</b> [[σελίδα]] βιβλίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], οι λ. [[πλευρά]] / [[πλευρόν]] (<span style="color: red;"><</span | |mltxt=η, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> το [[πλευρό]]<br /><b>2.</b> καθένα από τα επιμήκη τοξοειδή οστά, κοίλα [[προς]] τα [[μέσα]], τα οποία σχηματίζουν, [[μαζί]] με τους θωρακικούς σπονδύλους και το [[στέρνο]], το [[κύτος]] του θώρακα (α. «[[κάταγμα]] στην [[τρίτη]] [[δεξιά]] [[πλευρά]]» β. «τείνουσι [[παρά]] τε τὴν πλευράν ἑκάστην φλεβία», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>3.</b> το πλάγιο [[μέρος]] οποιασδήποτε επιφάνειας (α. «στην αριστερή [[πλευρά]] του χωριού» β. «στη [[δεξιά]] [[πλευρά]] του αεροπλάνου» γ. «νηὸς [πρὸς] πλευρῇσιν ὑπὸ ζυγὰ θήσομεν ἡμεῖς», <b>Θέογν.</b>)<br /><b>4.</b> <b>μαθημ.</b> [[κάθε]] [[ευθεία]] που περιορίζει ένα επίπεδο [[σχήμα]] (α. «[[πλευρά]] τριγώνου» β. «[[πλευρά]] γωνίας»)<br /><b>5.</b> [[κάθε]] επίπεδη [[επιφάνεια]] στερεού σχήματος, [[έδρα]] («πλευρές του κύβου»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> ὁψη, [[άποψη]] ενός θέματος («το [[πρόβλημα]] εξετάστηκε προσεκτικά από [[κάθε]] [[πλευρά]]»)<br /><b>2.</b> <b>(γεωδ.)</b> η [[ευθεία]] που ενώνει δύο τριγωνομετρικά [[σημεία]] του δικτύου<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «γνήσιες πλευρές»<br /><b>ανατ.</b> οι πλευρές, τα οστά που συνάπτονται με το [[στέρνο]]<br />β) «νόθες πλευρές»<br /><b>ανατ.</b> οι πλευρές που συνάπτονται έμμεσα η καθεμιά με την [[αμέσως]] υπερκείμενη<br />γ) «αυχενικές πλευρές» <b>ιατρ.</b> [[ανωμαλία]] στη [[διάπλαση]] τών οστών τών πλευρών, [[κατά]] την οποία μια [[πλευρά]] εκτείνεται [[πλάγια]] από τον έβδομο αυχενικό σπόνδυλο [[προς]] το [[επάνω]] [[μέρος]] του στέρνου<br />δ) «από τη δική μου [[πλευρά]]» — από εμένα, εκ μέρους μου<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />(με αρχική [[αναφορά]] στην Εύα)<br />η [[σύζυγος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>μαθημ.</b> α) ο [[ένας]] από τους παράγοντες γινομένου<br />β) τετραγωνική ή κυβική [[ρίζα]] αριθμού<br /><b>2.</b> [[σελίδα]] βιβλίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], οι λ. [[πλευρά]] / [[πλευρόν]] (<span style="color: red;"><</span> πλε-Fαρ) ανάγεται στην ΙΕ [[ρίζα]] pelᾱ- / pel- «[[απλώνω]], [[εκτείνω]]» (<b>πρβλ.</b> [[παλάμη]], [[πέλαγος]], [[πλαξ]] <b>κ.λπ.</b>) με μηδενισμένο το πρώτο [[φωνήεν]] και συνεσταλμένο το δεύτερο, και εμφανίζουν [[επίθημα]] -Fαρ- / -wer, όπως και οι λ. [[νευρά]] / [[νεῦρον]] (<span style="color: red;"><</span> sne-wer-). Από τη λ. [[πλευρά]] παράγεται το [[τοπωνύμιο]] Πλευρών με το εθνικό Πλευρώνιος, τα οποία μαρτυρούνται και στη Μυκηναϊκή στους τ. pereuronade = Πλευρώναδε και pereuronijo = Πλευρώνιος.<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[πλευρικός]], πλευρίς, [[πλευρίτης]], [[πλευρίτις]](-ίτιδα), [[πλεύρωμα]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[πλευριαίος]], [[πλευρίον]], [[πλευρισμός]], [[πλευρόθεν]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[πλευρώδης]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> (Α συνθετικό) [[πλευροκοπώ]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[πλευροειδώς]], [[πλευροπριστήρ]], [[πλευροτυπής]]<br /><b>μσν.</b><br />[[πλευρογέννητος]], πλευρόμητρος [[πλευροπάτωρ]], [[πλευρότρωτος]], [[πλευροφυής]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[πλευρεκτομή]], [[πλευροβράγχιο]], [[πλευροδυνία]], [[πλευρόκοκκος]], [[πλευρολυσία]], [[πλευρομίτωση]], [[πλευρόνηκτος]], [[πλευρόνημα]], [[πλευροπνευμονία]], [[πλευρόπονος]], [[πλευρόσιγμα]]. (Β' συνθετικό) [[αμφίπλευρος]], [[ανισόπλευρος]], [[άπλευρος]], [[δεκάπλευρος]], [[δίπλευρος]], [[εξάπλευρος]], [[επτάπλευρος]], [[ετερόπλευρος]], [[ισόπλευρος]], [[μονόπλευρος]], [[οκτάπλευρος]], [[πεντάπλευρος]], [[πολύπλευρος]], [[τετράπλευρος]], [[τρίπλευρος]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[αντίπλευρος]], αρτιόπλευρος, ατερόπλευρος, [[βαθύπλευρος]], [[βούπλευρος]], [[διπλασιόπλευρος]], έκπλευρος, [[έμπλευρος]], [[ερίπλευρος]], [[εύπλευρος]], [[ημίπλευρος]], [[ισοπληθόπλευρος]], [[λευκόπλευρος]], [[μεγαλόπλευρος]], [[περίπλευρος]], [[στρογγυλόπλευρος]], [[σύμπλευρος]], [[τανύπλευρος]], [[χαλκόπλευρος]], [[χρυσόπλευρος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[διάπλευρος]], [[ολόπλευρος]], [[παράπλευρος]]]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
Line 41: | Line 41: | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt== [[πλευρόν]]<br /><b class="num">I.</b> a rib, Lat. [[costa]], Hdt.: [[mostly]] in plural the ribs, the [[side]], Il., Hdt., | |mdlsjtxt== [[πλευρόν]]<br /><b class="num">I.</b> a rib, Lat. [[costa]], Hdt.: [[mostly]] in plural the ribs, the [[side]], Il., Hdt., Attic:—in sg., also, of one [[side]], Soph.<br /><b class="num">II.</b> the [[side]] of things and places, πλευραὶ [[νηός]] Theogn.; χωρίου, ποταμοῦ Plat.; of an [[army]], αἱ πλ. τοῦ πλαισίου Xen.<br /><b class="num">III.</b> the [[page]] of a [[book]], Anth. | ||
}} | }} | ||
{{FriskDe | {{FriskDe | ||
Line 48: | Line 48: | ||
{{Chinese | {{Chinese | ||
|sngr='''原文音譯''':pleur£ 普留拉<br />'''詞類次數''':名詞(5)<br />'''原文字根''':肋<br />'''字義溯源''':肋^,側,肋旁。這字用了五次,四次記載在約翰福音,是說到主耶穌釘十字架時,將自己的靈交付了。一個兵丁見他死了,就拿槍扎他的肋旁。以後主耶穌向門徒顯現,就把肋旁指給他們看;因事後多馬說,非用手探入他的肋旁就不信,當主耶穌再次向門徒顯現,就要多馬伸出手來探入他的肋旁,並且說,不要疑惑,總要信。但願每當我們看見或接觸到自己的肋旁時,主對多馬所說那句話再一次提醒我們:不要疑惑,總要信<br />'''出現次數''':總共(5);約(4);徒(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 肋旁(5) 約19:34; 約20:20; 約20:25; 約20:27; 徒12:7 | |sngr='''原文音譯''':pleur£ 普留拉<br />'''詞類次數''':名詞(5)<br />'''原文字根''':肋<br />'''字義溯源''':肋^,側,肋旁。這字用了五次,四次記載在約翰福音,是說到主耶穌釘十字架時,將自己的靈交付了。一個兵丁見他死了,就拿槍扎他的肋旁。以後主耶穌向門徒顯現,就把肋旁指給他們看;因事後多馬說,非用手探入他的肋旁就不信,當主耶穌再次向門徒顯現,就要多馬伸出手來探入他的肋旁,並且說,不要疑惑,總要信。但願每當我們看見或接觸到自己的肋旁時,主對多馬所說那句話再一次提醒我們:不要疑惑,總要信<br />'''出現次數''':總共(5);約(4);徒(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 肋旁(5) 約19:34; 約20:20; 約20:25; 約20:27; 徒12:7 | ||
}} | |||
{{trml | |||
|trtx====[[rib]]=== | |||
Afar: masangale; Afrikaans: rib; Ainu: ウッ; Aklanon: gusok; Albanian: brinjë; Arabic: ضِلْع; Egyptian Arabic: ضلع; Moroccan Arabic: ضلعة; Aramaic Hebrew: אלעא; Syriac: ܐܠܥܐ; Armenian: կող; Aromanian: coastã; Assamese: কামিহাড়; Asturian: costiella; Azerbaijani: qabırğa; Bashkir: ҡабырға; Basque: saihets-hezurra; Belarusian: рабро; Blackfoot: mohpikíístsi; Brunei Malay: bidai; Bulgarian: ребро; Burmese: နံရိုး; Catalan: costella; Cebuano: gusok; Chechen: пӏенда; Chinese Hakka: 骿籬骨/骿篱骨; Mandarin: 肋骨; Min Nan: 箅仔骨; Czech: žebro; Dalmatian: cuasta; Danish: ribben; Dongxiang: qaruha, qaruGa; Dutch: [[rib]]; Esperanto: ripo; Ewe: agbaƒuti; Faroese: rivjabein; Finnish: kylkiluu; French: [[côte]]; Friulian: cueste; Galician: costela; Georgian: ნეკნი; German: [[Rippe]]; Greek: [[πλευρό]], [[παΐδι]], [[πλευρά]]; Ancient Greek: [[πλευρά]]; Hebrew: צלע; Higaonon: gusuk; Hindi: पसली; Hungarian: borda; Ido: kosto; Ingrian: kylkiluu, kuveluu; Ingush: пӏенда; Irish: easna; Italian: [[costola]], [[costa]]; Japanese: 肋骨; Kapampangan: tagyang, tagiang; Kaurna: paintyi warpu; Kazakh: қабырға; Khmer: ជំនីរ; Korean: 갈비, 늑골(肋骨); Kurdish Central Kurdish: پەراسوو; Northern Kurdish: perasû, parsû; Kyrgyz: кабырга; Lao: ກະດູກຂ້າງ, ດູກຂ້າງ; Latgalian: suonkauļs; Latin: [[costa]]; Latvian: sānkauls, riba; Lithuanian: šonkaulis; Low German: Ribb; Luxembourgish: Rëpp; Macedonian: ребро; Maguindanao: gusuk; Malay: tulang rusuk, rusuk, kosta; Malayalam: വാരിയെല്ല്; Maltese: kustilja; Manchu: ᡝᠪᠴᡳ; Mansaka: gosok; Maori: rara; Maranao: gosok; Minangkabau: rusuak; Mongolian: хавирга; Mwani: luwavu; Nanai: хэучилэ; Navajo: átsą́ą́ʼ; Neapolitan: custata; Nepali: करङ; Norman: côte; Northern Altai: кавырга; Norwegian Bokmål: ribbein; Nynorsk: ribbein; Occitan: costèla, còsta; Ojibwe: nipigemag; Old English: ribb; Ossetian: фӕрск; Ottoman Turkish: قبورغه; Pitjantjatjara: kantilypa; Plautdietsch: Rebb; Polish: żebro; Portuguese: [[costela]]; Rapa Nui: kavakava; Rohingya: cáiththana; Romanian: coastă; Russian: [[ребро]]; Saho: kabbud; Sanskrit: पर्शु; Sardinian: colta, costa; Scottish Gaelic: asna; Serbo-Croatian Cyrillic: ребро; Roman: rebro; Shan: လုပ်ႇၶၢင်ႈ; Slovak: rebro; Slovene: rebro; Sorbian Lower Sorbian: kórabja; Southern Altai: кабырга; Spanish: [[costilla]]; Sundanese: tulang iga; Swedish: revben; Tagalog: tadyang; Tamil: விலாவெலும்பு, பழுவெலும்பு; Tarifit: taɣezdist; Tausug: gusuk; Telugu Thai: ซี่โครง; Tocharian B: pauṣke; Turkish: kaburga; Ugaritic: 𐎕𐎍𐎓; Ukrainian: ребро; Uyghur: قوۋۇرغا; Vietnamese: xương sườn, sườn; Volapük: rib; Walloon: coisse; Welsh: asen; West Frisian: ribbe; Western Bukidnon Manobo: gusuk; White Wolof: faar; Yiddish: ריפּ | |||
}} | }} |