προστατήριος: Difference between revisions

m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+) ;" to "$1 $2 ;")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. )")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ία, -ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που στέκεται [[μπροστά]] σε κάποιον ή [[κάτι]]<br /><b>2.</b> αυτός που προστατεύει («[[προστατήριος]] [[θεός]]», <b>επιγρ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>το θηλ.</b> [[προσωνυμία]] της Αρτέμιδος ως προστάτιδας θεάς<br /><b>4.</b> (<b>το αρσ.</b>) [[προσωνυμία]] του Απόλλωνος, του οποίου το [[άγαλμα]] ήταν τοποθετημένο [[μπροστά]] από τις θύρες<br /><b>5.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> ὁ [[προστατήριος]]<br />(στη Βοιωτία) [[ονομασία]] ενός [[μήνα]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> «δεῖμα προστατήριον καρδίας» — [[φόβος]] που απειλεί να κυριεύσει την [[καρδιά]], την [[ψυχή]] (<b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προστατῶ</i> <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήριος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>εὐχη</i>-<i>τήριος</i>)].
|mltxt=-ία, -ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που στέκεται [[μπροστά]] σε κάποιον ή [[κάτι]]<br /><b>2.</b> αυτός που προστατεύει («[[προστατήριος]] [[θεός]]», <b>επιγρ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>το θηλ.</b> [[προσωνυμία]] της Αρτέμιδος ως προστάτιδας θεάς<br /><b>4.</b> (<b>το αρσ.</b>) [[προσωνυμία]] του Απόλλωνος, του οποίου το [[άγαλμα]] ήταν τοποθετημένο [[μπροστά]] από τις θύρες<br /><b>5.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> ὁ [[προστατήριος]]<br />(στη Βοιωτία) [[ονομασία]] ενός [[μήνα]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> «δεῖμα προστατήριον καρδίας» — [[φόβος]] που απειλεί να κυριεύσει την [[καρδιά]], την [[ψυχή]] (<b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προστατῶ</i> <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήριος</i> ([[πρβλ]]. [[εὐχητήριος]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm