3,243,590
edits
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. )") |
||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ὁ, Α<br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> αυτός που έχει [[τρεις]] όρχεις, ο [[λάγνος]], ο [[ασυγκράτητος]] σεξουαλικά<br /><b>2.</b> [[ονομασία]] αρπακτικού πτηνού<br /><b>3.</b> [[ονομασία]] του φυτού [[κενταυρίς]]<br /><b>4.</b> [[ονομασία]] του φυτού [[σεραπιάς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὄρχις]], [[κατά]] τα αρσ. σε -<i>ης</i> ( | |mltxt=ὁ, Α<br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> αυτός που έχει [[τρεις]] όρχεις, ο [[λάγνος]], ο [[ασυγκράτητος]] σεξουαλικά<br /><b>2.</b> [[ονομασία]] αρπακτικού πτηνού<br /><b>3.</b> [[ονομασία]] του φυτού [[κενταυρίς]]<br /><b>4.</b> [[ονομασία]] του φυτού [[σεραπιάς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὄρχις]], [[κατά]] τα αρσ. σε -<i>ης</i> ([[πρβλ]]. [[ἔνορχης]]). Κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], όμως, πρόκειται για δάνεια λ. που παρετυμολογικά έχει συνδεθεί με τη λ. [[ὄρχις]] και μτφ. έλαβε τη σημ. του λάγνου, του ακόλαστου]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |