ψευδώνυμος: Difference between revisions

m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?) (\[)([\p{Greek}]+), ([\p{Greek}]+)(\])" to "$1 [$3, $4$5")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. )")
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[ψευδώνυμος]], -ον, ΝΜΑ<br />αυτός που φέρει ή χρησιμοποιεί ψεύτικο όνομα ή αυτός που ονομάζεται εσφαλμένα από άλλους με όνομα το οποίο δεν του ανήκει (α. «[[ψευδώνυμο]] [[νομοσχέδιο]]» β. «[[φιλόσοφος]] [[ψευδεπίγραφος]] καὶ [[ψευδώνυμος]]», <b>Πλούτ.</b><br />γ. «ἥξεις δ' ὑβριστὴν ποταμὸν οὐ ψευδώνυμον», Αισχύλ)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> το [[ψευδώνυμο]]<br />πλαστό όνομα ή [[ονοματεπώνυμο]] που χρησιμοποιούν [[συνήθως]] οι καλλιτέχνες και συγγραφείς, [[αλλά]] και άλλες κατηγορίες ατόμων, [[αντί]] του πραγματικού τους ονόματος. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[ψευδωνύμως]] ΝΜΑ<br />με ψεύτικο όνομα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ψευδ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>ώνυμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὄνυμα]], αιολ. τ. του [[ὄνομα]]), με [[έκταση]] λόγω συνθέσεως ([[πρβλ]]. <i>ομ</i>-<i>ώνυμος</i>)].
|mltxt=-η, -ο / [[ψευδώνυμος]], -ον, ΝΜΑ<br />αυτός που φέρει ή χρησιμοποιεί ψεύτικο όνομα ή αυτός που ονομάζεται εσφαλμένα από άλλους με όνομα το οποίο δεν του ανήκει (α. «[[ψευδώνυμο]] [[νομοσχέδιο]]» β. «[[φιλόσοφος]] [[ψευδεπίγραφος]] καὶ [[ψευδώνυμος]]», <b>Πλούτ.</b><br />γ. «ἥξεις δ' ὑβριστὴν ποταμὸν οὐ ψευδώνυμον», Αισχύλ)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> το [[ψευδώνυμο]]<br />πλαστό όνομα ή [[ονοματεπώνυμο]] που χρησιμοποιούν [[συνήθως]] οι καλλιτέχνες και συγγραφείς, [[αλλά]] και άλλες κατηγορίες ατόμων, [[αντί]] του πραγματικού τους ονόματος. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[ψευδωνύμως]] ΝΜΑ<br />με ψεύτικο όνομα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ψευδ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>ώνυμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὄνυμα]], αιολ. τ. του [[ὄνομα]]), με [[έκταση]] λόγω συνθέσεως ([[πρβλ]]. [[ομώνυμος]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm