προηγέομαι: Difference between revisions

6_13b
(13_4)
(6_13b)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0722.png Seite 722]] dep. med., vorangehen u. den Weg zeigen; Her. 2, 48; τινί, Ar. Plut. 1195; ὁδόν, Xen. An. 6, 3, 10, ἴχνη προηγο ύμενα, die Spur der Vorangehenden, 7, 3, 42; Folgde, wie Pol., der es auch c. gen. vrbdt, τῆς πομπῆς, 12, 13, 11; a. Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0722.png Seite 722]] dep. med., vorangehen u. den Weg zeigen; Her. 2, 48; τινί, Ar. Plut. 1195; ὁδόν, Xen. An. 6, 3, 10, ἴχνη προηγο ύμενα, die Spur der Vorangehenden, 7, 3, 42; Folgde, wie Pol., der es auch c. gen. vrbdt, τῆς πομπῆς, 12, 13, 11; a. Sp.
}}
{{ls
|lstext='''προηγέομαι''': μέλλ. -ήσομαι, ἀποθ., προπορεύομαι καὶ ὁδηγῶ, Ἡρόδ. 2. 48., 7. 40, Ξεν., κλπ.· τινι, ὁδηγῶ τινα, Ἀριστοφ. Πλ. 1195, Ξεν. Κύρ. 2. 1, 1.· πρ. τὴν ὁδὸν ὁ αὐτ. ἐν Ἀν. 6. 5, 10· εἶμαι ὁ [[ἡγούμενος]], ὁ πρῶτος, ὁ ἔχων τὸν λόγον ὡς [[ἀντιπρόσωπος]] τῶν ἄλλων, ὁ αὐτ. ἐν Ἑλλ. 1. 1, 27· προηγοῦμαι ἐν λόγῳ ἢ διηγήσει, Σέξτ. Ἐμπ. π. Π. 1. 210· ἐπὶ στρατιωτῶν, ἀποτελῶ τὴν ἐμπροσθοφυλακήν, Ξεν. Κύρ. 4. 2, 27· πρ. πᾱσι [τοῖς ποσίν], ἔχω τοὺς πόδας ἅπαντας ἐμπρός, Ἀριστ. π. Ζ. Πορείας 17, 3. 2) [[μετὰ]] γεν., [[λαμβάνω]] τὴν ἀρχηγίαν, [[γίνομαι]] πρῶτος, τῶν προόδων ἄλλους [[προόδους]]... προηγεῖσθαι Ξεν. Ἱππαρχ. 4, 5· πρ. τῆς πομπῆς Πολύβ. 12. 13, 11· ― παρὰ μεταγεν. μετ’ αἰτ., ἀλλήλους πρ. τῇ τιμῇ Ἐπιστ. πρ. Ρωμ. ιβϳ, 10. 3) ἐπὶ πραγμάτων, τὸ πῦρ μὲν ἀπὸ τούτων τῶν ἱερῶν προηγεῖται οὔποτε ἀποσβεννύμενον Ξεν. Λακ. 13, 3· ῥάβδοι πρ. ἑκάστω Πολύβ. 6. 53. 8. 3) μετοχ. προηγούμενος, η, ον, ὁ προπορευόμενος, τὸ πρ. [[στράτευμα]], ἡ «ἐμπροσθοφυλακή», ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[οὐρά]], Ξεν. Ἀγησ. 2, 2· ὁ [[πρότερος]], ὁ προηγηθείς, γράμματα, [[λόγος]], κτλ., Πλουτ. Πομπ. 45, κτλ.· ― τὰ προηγούμενα, τὰ δεδομένα ἀφ’ ὧν τις συμπεραίνει, Λατ. data, posita, Πολύβ. 16. 16, 2. β) προηγούμενος, [[κύριος]], ὁ πρ. [[λόγος]], τὸ πρ. [[ἔργον]], κτλ., Ἀρρ. Ἐπίκτ. 1. 20, 14., 2. 5, 4, κτλ.· τὸ πρ., κύριον, σπουδαῖον [[μέρος]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ὑπηρετικόν, [[αὐτόθι]] 1. 20, 1, κτλ. γ) προηγούμενος, = [[ἡγούμενος]] μοναστηρίου Βασίλ. ΙΙΙ, 880Α.
}}
}}