3,276,318
edits
(13_7_3) |
(6_13a) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0726.png Seite 726]] (s. [[ἵστημι]]), vorstellen, <b class="b2">an die Spitze stellen</b>, als Anführer zur Vertheidigung voranstellen, τινά, Il. 4, 156; ὃν ἡ [[πόλις]] ἀξιοῖ αὑτῆς προϊστάναι, Plat. Lach. 197 d; – τοὺς εὐκινητοτάτους ἑκατέρου τοῦ κέρατος προέστησε, Pol. 1, 33, 7, er stellte sie voran. – Im med. u. in den intrans. tempp. sich <b class="b2">vorstellen</b>; προστῆναί τινα, vor Einen, zu ihm herantreten, Soph. El. 1370; τινί, Her. 1, 129; auch geistig, vor die Seele treten, ὥς μιν προστῆναι τοῦτο, 1, 86; häufiger sich an die Spitze stellen, als Vörsteher, Anführer über Etwas gesetzt sein, <b class="b2">vorstehen</b>, regieren, verwalten, τινός, Her. 5, 49; οὐκ ὀρθῶς σεωυτοῦ προέστηκας, nicht recht beherrschest du dich selbst, 2, 173; οἱ προεστῶτες, die Vorgesetzten, Vorsteher, 4, 79; τοῦ δήμου προεστάναι, Thuc. 6, 28. 8, 65 u. öfter. Vgl. noch Plat. οἱ φάσκοντες προεστάναι τῆς πόλεως καὶ ἐπιμελεῖσθαι, Gorg. 520 a; τῷ προεστῶτι καὶ ἄρχοντι, Rep. IV, 428 e; Folgende überall. Auch sich vor Einen zum Schutze hinstellen, ihn vertheidigen, sich seiner annehmen, τινός, Her. 9, 107; τὸν προστάντα τῆς εἰρήνης, Aesch. 2, 161; [[φίλων]], Plut. Dio 26; φίλοι, πρόστητ' ἀναγκαίας τύχης, Soph. Ai. 790, helfet gegen (aber ὣ τοῖσιν ἐχθροῖς προὐστήτην φόνου ist = den Mord bereiten, El. 968; u. Ai. 1112, ἦ σοὶ γὰρ [[Αἴας]] [[πολέμιος]] προὔστη [[ποτέ]], ist es = stand dir feindlich gegenüber); vgl. Eur. Androm. 221. – Das pass. προσταθέντα = προστάντα, Soph. O. R. 206. – Das med. auch im praes. u. aor. vor sich hinstellen, z. B. σκίπωνα, Her. 4, 172; für sich zum Vorsteher machen, προστησώμεθα Τύρταιον Plat. Legg. I, 629 a, u. Sp., wie Luc. Pisc. 23; προΐστασθαι τέχνης, Ath. XIII, 612 a, einer Kunst vorstehen, sie betreiben; προέστασαν τῆς ἐναντίας γνώμης, Pol. 5, 5, 8, sie standen an der Spitze der Meinung, vertraten diese, προΐσταται τουτονὶ αὑτῆς, sie macht diesen zu ihrem Vormunde, Dem. 59, 38; dah. <b class="b2">vorziehen</b>, Plat. Rep. VII, 531 b; aber προστησάμενος τούτους, Dem. 46, 9, ist = nachdem er diese hat vor sich hintreten lassen, sich hinter sie gesteckt hat, also <b class="b2">vorschieben</b>; daher auch vorschützen, τὸ τῶν Ἀμφικτυόνων [[δόγμα]] προστησάμενοι, 5, 19; τοῦ ἀγῶνος τὴν πρὸς ἐμὲ ἔχθραν προΐσταται, 18, 15, u. sonst; προΐστασθαι ἀτυχίαν τῆς κακουργίας, Antiph. 2 γ 1. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0726.png Seite 726]] (s. [[ἵστημι]]), vorstellen, <b class="b2">an die Spitze stellen</b>, als Anführer zur Vertheidigung voranstellen, τινά, Il. 4, 156; ὃν ἡ [[πόλις]] ἀξιοῖ αὑτῆς προϊστάναι, Plat. Lach. 197 d; – τοὺς εὐκινητοτάτους ἑκατέρου τοῦ κέρατος προέστησε, Pol. 1, 33, 7, er stellte sie voran. – Im med. u. in den intrans. tempp. sich <b class="b2">vorstellen</b>; προστῆναί τινα, vor Einen, zu ihm herantreten, Soph. El. 1370; τινί, Her. 1, 129; auch geistig, vor die Seele treten, ὥς μιν προστῆναι τοῦτο, 1, 86; häufiger sich an die Spitze stellen, als Vörsteher, Anführer über Etwas gesetzt sein, <b class="b2">vorstehen</b>, regieren, verwalten, τινός, Her. 5, 49; οὐκ ὀρθῶς σεωυτοῦ προέστηκας, nicht recht beherrschest du dich selbst, 2, 173; οἱ προεστῶτες, die Vorgesetzten, Vorsteher, 4, 79; τοῦ δήμου προεστάναι, Thuc. 6, 28. 8, 65 u. öfter. Vgl. noch Plat. οἱ φάσκοντες προεστάναι τῆς πόλεως καὶ ἐπιμελεῖσθαι, Gorg. 520 a; τῷ προεστῶτι καὶ ἄρχοντι, Rep. IV, 428 e; Folgende überall. Auch sich vor Einen zum Schutze hinstellen, ihn vertheidigen, sich seiner annehmen, τινός, Her. 9, 107; τὸν προστάντα τῆς εἰρήνης, Aesch. 2, 161; [[φίλων]], Plut. Dio 26; φίλοι, πρόστητ' ἀναγκαίας τύχης, Soph. Ai. 790, helfet gegen (aber ὣ τοῖσιν ἐχθροῖς προὐστήτην φόνου ist = den Mord bereiten, El. 968; u. Ai. 1112, ἦ σοὶ γὰρ [[Αἴας]] [[πολέμιος]] προὔστη [[ποτέ]], ist es = stand dir feindlich gegenüber); vgl. Eur. Androm. 221. – Das pass. προσταθέντα = προστάντα, Soph. O. R. 206. – Das med. auch im praes. u. aor. vor sich hinstellen, z. B. σκίπωνα, Her. 4, 172; für sich zum Vorsteher machen, προστησώμεθα Τύρταιον Plat. Legg. I, 629 a, u. Sp., wie Luc. Pisc. 23; προΐστασθαι τέχνης, Ath. XIII, 612 a, einer Kunst vorstehen, sie betreiben; προέστασαν τῆς ἐναντίας γνώμης, Pol. 5, 5, 8, sie standen an der Spitze der Meinung, vertraten diese, προΐσταται τουτονὶ αὑτῆς, sie macht diesen zu ihrem Vormunde, Dem. 59, 38; dah. <b class="b2">vorziehen</b>, Plat. Rep. VII, 531 b; aber προστησάμενος τούτους, Dem. 46, 9, ist = nachdem er diese hat vor sich hintreten lassen, sich hinter sie gesteckt hat, also <b class="b2">vorschieben</b>; daher auch vorschützen, τὸ τῶν Ἀμφικτυόνων [[δόγμα]] προστησάμενοι, 5, 19; τοῦ ἀγῶνος τὴν πρὸς ἐμὲ ἔχθραν προΐσταται, 18, 15, u. sonst; προΐστασθαι ἀτυχίαν τῆς κακουργίας, Antiph. 2 γ 1. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''προΐστημι''': μέλλ. -στήσω· ἀόρ. α΄ προὔστησα, μετοχ. προστήσας, ἀπαρ. προστῆσαι. Α. Μεταβατικὸν ἐνεργείας ἐν τοῖς χρόνοις τούτοις ὡς καὶ ἐν τῷ ἐνεστ. καὶ μέσ. ἀορ. α΄, [[ἵστημι]], στήνω [[ἔμπροσθεν]], προστήσας [σε] πρὸ Ἀχαιῶν Τρωσὶ μάχεσθαι μάχεσθαι Ἰλ. Δ. 156 ([[οὐδαμόθι]] [[ἄλλοθι]] παρ’ Ὁμ.)· [[μετὰ]] γεν., τοῦ παιδός… τὸ [[σῶμα]] προστήσαντες, [ὁ μὲν ἐκωλύθη] τοῦ σκοποῦ τυχεῖν κτλ. Ἀντιφῶν Τετραλογ. Β΄, β, 4, πρβλ. Πολύβ. 1. 33, 7. 2) [[ἐφίστημι]], στήνω [[ὑπεράνω]], ὃν ἡ [[πόλις]] ἀξιοῖ αὑτῆς προϊστάναι Πλάτ. Λάχ. 197D, πρβλ. Πολύβ. 1. 33, 7. 3) ἐκθέτω [[δημοσίᾳ]], Δίων Χρυσ. 1. 286. ΙΙ. Μέσ., κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν τῷ ἀορ. α΄, θέτω τινὰ πρὸ [[ἐμαυτοῦ]], [[ἐκλέγω]] τινὰ ὡς ἀρχηγόν μου, Ἡρόδ. 1. 123., 4. 80· [[μετὰ]] γενικ., προΐστασθαι τουτονὶ [[ἑαυτοῦ]] Πλάτ. Πολ. 565C, πρβλ. 442Α, 599Α, Δημ. 1357. 25· σφῶν αὐτῶν προὐστήσαντο Κηφίσιον τιμωρὸν γενέσθαι Ἀνδοκ. 18. 11· στρατηγόν τινα τοῦ πολέμου προστήσεσθε Δημ. 1432. 14. 2) θέτω τι πρὸ [[ἐμαυτοῦ]], θέτω ἐνώπιον μου, σκίπωνα προστήσασθαι Ἡρόδ. 4. 172· τὰ ἅρματα Ξεν. Ἑλλ. 4. 1, 18· τὴν χεῖρα, [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ [[σκιάζω]] τοὺς ὀφθαλμούς, Ἀριστ. Προβλ. 31. 28. 3) μεταφορ., [[προβάλλω]] ὡς δικαιολογίαν ἢ πρόφασιν, τί τόδε προὐστήσω λόγῳ; Εὐρ. Κύκλ. 319· τὰ τῶν Ἀφικτυόνων δόγματα προστήσασθαι Δημ. 62. 4, κτλ.· [[μετὰ]] γεν., τὴν ἀτυχίαν τῆς κακουργίας προΐστασθαι Ἀντιφῶν 118. 1· τοῦ ἀγῶνος τὴν πρὸς ἐμὲ ἔχθραν προΐσταται Δημ. 230. 9. 4) προστησώμεθα [[γοῦν]] Τυρταῖον, ἂς φέρωμεν ὡς [[παράδειγμα]] τὸν Τυρταῖον, ἂς μνημονεύσωμεν τὰ ἔπη [[αὐτοῦ]] πρὸς ὑποστήριξιν τῶν λόγων ἡμῶν, Πλάτ. Νόμ. 629Α. 5) προτιμῶ, [[μᾶλλον]] ἐκτιμῶ, ὑπέρτερον [[νομίζω]], τὰ ὦτα τοῦ νοῦ προστήσασθαι ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 531Β. Β. Παθ., μετ’ ἀορ. β΄ ἐνεργ. προὔστην: πρκμ. προέστηκα, β΄ πληθ. προέστατε Ἡρόδ. 5. 49· ἀπαρ. προεστάναι, μετοχ. προεστὼς (ἴδε κατωτ.)· ― ἀόρ. παθ. προεστάθην, ἴδε κατωτ. ΙΙ. 3. Προβάλλω ἐμαυτόν, [[παρουσιάζομαι]], [[προσέρχομαι]], Δημ. 1393. 19. 2) μετ’ αἰτ., [[πλησιάζω]], ἥ σε… λιπαρεῖ προὔστην χερὶ Σοφ. Ἠλ. 1378· προστῆναι μέσην τράπεζαν ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 580· ― ἐν Ἡροδ. 1. 86, 129, διορθοῦται προσστῆναι. 3) [[μετὰ]] δοτ., ἵσταμαι [[ἔμπροσθεν]], ἐνώπιον, κατέναντί τινος, σοὶ γὰρ [[Αἴας]] [[πολέμιος]] προὔστη ποτὲ Σοφ. Αἴ. 1133· ― παρ’ Ἡροδ. 1. 129, διορθοῦται προσστάς. 4) ἵσταμαι δημοσίως, εἶμαι δημοσία, [[πόρνη]], Αἰσχίν. Ἐπιστ. 7, πρβλ. Κλήμ. Ἀλ. 524. ΙΙ. [[μετὰ]] γεν., εἶμαι τεθειμένος [[ὑπεράνω]], ἐπὶ κεφαλῆς τινος, εἶμαι ἡ [[κυρία]] [[δύναμις]] τῆς Ἑλλάδος Ἡρόδ. 1. 69., 5. 49. τῶν Ἀρκάδων ὁ αὐτ. 6. 74· ― [[μάλιστα]], εἶμαι ἐπὶ κεφαλῆς μερίδος πολιτικῆς, ἐνεργῶ ὡς ἄρχων, ὡς [[ἡγεμών]], τῶν παραλίων, τῶν ἐκ τοῦ πεδίου ὁ αὐτ. 1. 59· τοῦ δήμου 3. 82, πρβλ. Ἀριστοφ. Σφ. 419, Θουκ. 3. 70, Λυσ. 130. 20· τῆς πόλεως Θουκ. 2. 65· πρ. αὐτῶν, εἶμαι ὁ [[ἀρχηγός]], Ξεν. Ἀν. 5. 10, 9, πρβλ. Ἀπομν. 3. 4, 3· πρ. τῶν πολιτειῶν Λυσ. 171. 40, κτλ.· [[ἐντεῦθεν]] ἀπολ., οἱ προεστῶτες, Ἰων. -εῶτες, οἱ πρῶτοι, πρωτεύοντες τῶν μερίδων, ἀρχηγοί, Ἡρόδ. 4. 79, Θουκ. 3. 11, κτλ.· [[οὕτως]], οἱ προεστηκότες ἐν ταῖς πόλεσι Ξεν. Ἑλλ. 3. 5, 1· οἱ μὲν [ἐν;] ταῖς πόλεσι προστάντες Θουκ. 3. 82· τῷ προεστῶτι καὶ ἄρχοντι Πλάτ. Πολ. 428Ε. 2) ἐν ποικίλαις σχέσεσι, κυβερνῶ, [[διευθύνω]], διοικῶ, οὐκ ὀρθῶς [[σεωυτοῦ]] προέστηκας, δὲν κυβερνᾷς [[καλῶς]] σεαυτόν, Ἡρόδ. 2. 173· πρ. τῆς μεταβολῆς Θουκ. 8. 75· τοῦ ἱεροῦ Ξεν. Ἑλλ. 3. 2, 31· τοῦ [[ἑαυτοῦ]] βίου ὁ αὐτ. ἐν Ἀπομν. 3. 2, 2· τοῦ πράγματος Δημ. 869. 2· ἐργασίας, τέχνης, κτλ. Πλουτ. Περικλ. 24, Ἀθήν. 612Α, κτλ. 3) ἵσταμαι ἔμπροσθέν τινος [[ὥστε]] νὰ φυλάττω αὐτόν, οἱ δορυφόροι Μασίστεω προέστησαν Ἡρόδ. 9. 107, πρβλ. Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 306, κτλ.· [[ἐντεῦθεν]], = προστάτης γενέσθαι, πρόστητ’ ἀναγκαίας τύχης Σοφ. Αἴ. 803· ὁ προστὰς τῆς εἰρήνης, ὁ [[πρόμαχος]] τῆς εἰρ., Αἰσχίν. 49. 41· πρ. τινος, εἶμαι ὁ προστάτης τινός, Ἀνέκδ. Δέλφ. 17· πρ. τῆς ἐναντίας γνώμης Πολύβ. 5. 5. 8. ― οὕτω, τοῖσιν ἐχθροῖς προὐστήτην φόνου, ἦσαν οἱ ἐργάται του…, Σοφ. Ἠλ. 980· πρ. νόσου Εὐρ. Ἀνδρ. 221, [[ἔνθα]] ἴδε Musgr. ― βέλεα… ἀρωγὰ προσταθέντα Σοφ. Ο. Τ. 206 ([[ἔνθα]] ὁ Δινδ. προσταχθέντα, ἀλλὰ πρβλ. ἐστάθην [[αὐτόθι]] 1463, παρεστάθην 911). 4) ὑπερτερῶ, [[ὑπερβαίνω]], πάντων εὐψυψίᾳ Πλάτ. Τίμ. 25Β. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «προϊσταμένη· προβαλλομένη» καὶ «προΐσταται· ἐπιπολάζει. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 28. | |||
}} | }} |