ὑδροφόβος: Difference between revisions

6_18
(c2)
(6_18)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1174.png Seite 1174]] 1) wasserscheu. – 2) ὁ u. ἡ [[ὑδροφόβος]], = [[ὑδροφοβία]], Diosc.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1174.png Seite 1174]] 1) wasserscheu. – 2) ὁ u. ἡ [[ὑδροφόβος]], = [[ὑδροφοβία]], Diosc.
}}
{{ls
|lstext='''ὑδροφόβος''': -ον, ὁ φοβούμενος τὸ [[ὕδωρ]], ὁ πάσχων ἐξ ὑδροφοβίας, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 4. 4, 20. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ. [[ὑδροφόβος]], ὁ, = [[ὑδροφοβία]], Διοσκ. π. Ἰοβόλ. σ. 45, 66, Γαλην., κλπ.
}}
}}