λαλιά: Difference between revisions

6_9
(13_5)
(6_9)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0009.png Seite 9]] ἡ, Geschwätz, Gerede, nach Plat. def. 416 [[ἀκρασία]] λόγου [[ἄλογος]]; auch = Schwatzhaftigkeit, vgl. Theophr. char. 7; λαλιὰν ἀσκῆσαι, Ar. Nubb. 931; der [[στωμυλία]] entsprechend, Ran. 1069; Aesch. 2, 49; λαλιὰ καὶ θροῦς, Pol. 1, 32, 6; [[χυδαῖος]] καὶ πάνδημ ος, 14, 7, 8; κουρεακή, 3, 20, 5; Folgde. – Bei Sp. auch übh. Rede, Gespräch.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0009.png Seite 9]] ἡ, Geschwätz, Gerede, nach Plat. def. 416 [[ἀκρασία]] λόγου [[ἄλογος]]; auch = Schwatzhaftigkeit, vgl. Theophr. char. 7; λαλιὰν ἀσκῆσαι, Ar. Nubb. 931; der [[στωμυλία]] entsprechend, Ran. 1069; Aesch. 2, 49; λαλιὰ καὶ θροῦς, Pol. 1, 32, 6; [[χυδαῖος]] καὶ πάνδημ ος, 14, 7, 8; κουρεακή, 3, 20, 5; Folgde. – Bei Sp. auch übh. Rede, Gespräch.
}}
{{ls
|lstext='''λᾰλιά''': ἡ, [[ὁμιλία]], [[λόγος]], λαλιὰν ἀσκῆσαι, ἐπιτηδεῦσαι Ἀριστοφ. Νεφ. 931, Βάτρ. 1069˙ [[πέρας]] οὐ ποιεῖ λαλιᾶς Μένανδ. ἐν «Ἀρρηφόρῳ» 3, πρβλ. Ἑρμησιάν. 78, Ἀνθ. Π. 7. 440˙ - κοινὴ [[ὁμιλία]], [[φήμη]], Πολύβ. 3. 20, 5, κτλ.˙ λαλιάν τινα ποιεῖν Ἑβδ. (Σειρὰχ ΜΒ΄, 11)˙ - ἐπὶ καλῆς σημασ., [[συζήτησις]], Πολύβ. 32, 9, 4˙ [[ὁμιλία]], [[συνομιλία]], Εὐαγγ. κ. Ἰω. η΄, 43. 2) [[ἀδολεσχία]], [[φλυαρία]], Αἰσχίν. 34. 29, Θεοφρ. Χαρ. 7. ΙΙ. [[διάλεκτος]], [[τρόπος]] τοῦ λαλεῖν, [[προφορά]], καὶ γὰρ ἡ [[λαλιά]] σου δῆλόν σε ποιεῖ Εὐαγγ. κ. Ματθ. κϛʹ, 73, πρβλ. Ἑβδ. (ᾎσμα ᾈσμάτων Δ΄, 3).
}}
}}