θρῖναξ: Difference between revisions

6_4
(13_5)
(6_4)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1219.png Seite 1219]] ακος, ὁ ([[τρεῖς]] – ἀκή, für τρῖναξ, was zu vgl.), <b class="b2">Dreizack</b>, dreizinkige Gabel, zum Worfeln des Getreides; αἵ τε θρίνακες διαστίλβουσι πρὸς τὸν ἥλιον Ar. Pax 559; Nic. Th. 114, wo der Schol. γεωργικὸν [[σκεῦος]] erkl., ἔχον [[τρεῖς]] ἐξοχὰς καὶ σκόλοπας ἀπωξυμμένους, ᾡ τοὺς ἀστάχυας τρίβουσι καὶ λικμῶσι. Das ι ist kurz bei Antiphil. 4 (VI, 95), καὶ παλιουρόφορον, χεῖρα θέρευς, θρίνακα.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1219.png Seite 1219]] ακος, ὁ ([[τρεῖς]] – ἀκή, für τρῖναξ, was zu vgl.), <b class="b2">Dreizack</b>, dreizinkige Gabel, zum Worfeln des Getreides; αἵ τε θρίνακες διαστίλβουσι πρὸς τὸν ἥλιον Ar. Pax 559; Nic. Th. 114, wo der Schol. γεωργικὸν [[σκεῦος]] erkl., ἔχον [[τρεῖς]] ἐξοχὰς καὶ σκόλοπας ἀπωξυμμένους, ᾡ τοὺς ἀστάχυας τρίβουσι καὶ λικμῶσι. Das ι ist kurz bei Antiphil. 4 (VI, 95), καὶ παλιουρόφορον, χεῖρα θέρευς, θρίνακα.
}}
{{ls
|lstext='''θρῖναξ''': -ᾰκος, ὁ, ([[τρίς]], [[τρεῖς]]) [[τρίαινα]], τρίκρανον [[ἐργαλεῖον]] δι’ οὗ ἀνεκάτωνον τὸν σῖτον, «καρπολόγι», Ἀριστοφ. Εἰρ. 567, Νικ. Θ. 114 [[ἔνθα]] ῑ, ἀλλὰ μεταγεν. καὶ ῐ, Ἀνθ. Π. 6.95 · πρβλ. Δράκ. σ. 121.
}}
}}