Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

θρῖναξ: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_4)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θρῖναξ''': -ᾰκος, ὁ, ([[τρίς]], [[τρεῖς]]) [[τρίαινα]], τρίκρανον [[ἐργαλεῖον]] δι’ οὗ ἀνεκάτωνον τὸν σῖτον, «καρπολόγι», Ἀριστοφ. Εἰρ. 567, Νικ. Θ. 114 [[ἔνθα]] ῑ, ἀλλὰ μεταγεν. καὶ ῐ, Ἀνθ. Π. 6.95 · πρβλ. Δράκ. σ. 121.
|lstext='''θρῖναξ''': -ᾰκος, ὁ, ([[τρίς]], [[τρεῖς]]) [[τρίαινα]], τρίκρανον [[ἐργαλεῖον]] δι’ οὗ ἀνεκάτωνον τὸν σῖτον, «καρπολόγι», Ἀριστοφ. Εἰρ. 567, Νικ. Θ. 114 [[ἔνθα]] ῑ, ἀλλὰ μεταγεν. καὶ ῐ, Ἀνθ. Π. 6.95 · πρβλ. Δράκ. σ. 121.
}}
{{bailly
|btext=<i>ou</i> θρίναξ;<br />ακος (ὁ) :<br />fourche à trois pointes.<br />'''Étymologie:''' [[τρίς]] -- DELG cf. <i>angl.</i> snag « pointe ».
}}
}}