ἐπίβαθρον: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_22)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπίβαθρον''': τό, τὸ ναῦλον ἐπιβάτου, ναῦλον, Λατ. naulum, καὶ δέ κεν ἄλλ’ [[ἐπίβαθρον]]… δοίην Ὀδ. Ο. 449· [[καθόλου]], ἐνοίκιον, [[μισθός]], πληρωμὴ διά τι, γῆς Πλούτ. 2. 727F, πρβλ. Spanh. Καλλ. εἰς Δῆλ. 22· πρβλ. Εὐστ. Σχόλ. εἰς Ὀδ. Ο. 448 καὶ Ἡσύχ. ἐν λέξει. ΙΙ. τὰ ἐπίβαθρα (ἐξυπ. [[ἱερά]]), ἐπιβατήρια [[ἱερά]], θυσίαι κατὰ τὴν ἐπιβίβασιν εἰς [[πλοῖον]], Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 421. ΙΙΙ. [[ἐπίβαθρον]] ὀρνίθων, [[μέρος]] [[ἔνθα]] ἀναβαίνουσι καὶ κοιμῶνται ἢ «κουρνιάζουν» τὰ πτηνά, τοῦτο δὲ συνήθως [[εἶναι]] [[κλάδος]] δένδρου, Ἀνθ. Π. 9. 661.
|lstext='''ἐπίβαθρον''': τό, τὸ ναῦλον ἐπιβάτου, ναῦλον, Λατ. naulum, καὶ δέ κεν ἄλλ’ [[ἐπίβαθρον]]… δοίην Ὀδ. Ο. 449· [[καθόλου]], ἐνοίκιον, [[μισθός]], πληρωμὴ διά τι, γῆς Πλούτ. 2. 727F, πρβλ. Spanh. Καλλ. εἰς Δῆλ. 22· πρβλ. Εὐστ. Σχόλ. εἰς Ὀδ. Ο. 448 καὶ Ἡσύχ. ἐν λέξει. ΙΙ. τὰ ἐπίβαθρα (ἐξυπ. [[ἱερά]]), ἐπιβατήρια [[ἱερά]], θυσίαι κατὰ τὴν ἐπιβίβασιν εἰς [[πλοῖον]], Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 421. ΙΙΙ. [[ἐπίβαθρον]] ὀρνίθων, [[μέρος]] [[ἔνθα]] ἀναβαίνουσι καὶ κοιμῶνται ἢ «κουρνιάζουν» τὰ πτηνά, τοῦτο δὲ συνήθως [[εἶναι]] [[κλάδος]] δένδρου, Ἀνθ. Π. 9. 661.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />prix du passage sur un vaisseau ; <i>en gén.</i> droit qu’on acquitte pour séjourner qqe part.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπιβαίνω]].
}}
}}