κράνος: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_4)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κράνος''': ᾰ, εως, τό, περικεφαλαία, Ἡρόδ. 1. 171., 4. 180, κ. ἀλλ., Αἰσχ. Θήβ. 385, Εὐρ. Ἠλ. 470, Ἀριστοφ. Ἀχ. 584, 1104, Ξεν. Κύρ. 6. 1, 51. ΙΙ. [[σκέπασμα]] τῆς κλίνης, Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 2. 6. (Τὸ ᾰ δεικνύει ὅτι πρέπει νὰ [[εἶναι]] συγγενὲς τῷ κρᾰναὸς ([[σκληρός]]), [[μᾶλλον]] ἢ τῷ [[κάρα]], κρᾱνίον).
|lstext='''κράνος''': ᾰ, εως, τό, περικεφαλαία, Ἡρόδ. 1. 171., 4. 180, κ. ἀλλ., Αἰσχ. Θήβ. 385, Εὐρ. Ἠλ. 470, Ἀριστοφ. Ἀχ. 584, 1104, Ξεν. Κύρ. 6. 1, 51. ΙΙ. [[σκέπασμα]] τῆς κλίνης, Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 2. 6. (Τὸ ᾰ δεικνύει ὅτι πρέπει νὰ [[εἶναι]] συγγενὲς τῷ κρᾰναὸς ([[σκληρός]]), [[μᾶλλον]] ἢ τῷ [[κάρα]], κρᾱνίον).
}}
{{bailly
|btext=<i>ion.</i> -εος, <i>att.</i> -ους (τό) :<br />casque.<br />'''Étymologie:''' cf. [[κάρα]].
}}
}}