ἀγχόνη: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_9)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀγχόνη''': ἡ, ([[ἄγχω]]) [[κρέμασμα]], στραγγάλισμα, πνίξιμον, Τραγ. κτλ.· ἀγχόνης… τέρματα, Αἰσχύλ. Εὐμ. 746· ἔργα κρείσσον ἀγχόνης, ἄξια μείζονος τιμωρίας, παρὰ πολὺ κακά, δηλ. δι’ ἀγχόνην, Σοφ. Ο. Τ. 1374· τάδ’ ἀγχόνης [[πέλας]], σχεδὸν [[ἐπίσης]] κακὰ ὅσον καὶ ἡ [[ἀπαγχόνισις]], Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 246· ταῦτ’ οὐχὶ... ἀγχόνης ἐπάξια; ὁ αὐτ. Βάκχ. 246· [[ταῦτα]].. οὐκ [[ἀγχόνη]]; Ἀριστοφ. Ἀχ. 125· σπάν. παρὰ πεζοῖς: [[ἀγχόνη]] καὶ [[λύπη]], Αἰσχίν. 33. 18: ― ἐν τῷ πλθ., ἐν ἀγχόναις θάνατον λαβεῖν, Εὐρ. Ἑλ. 200· πρβλ. αὐτ. 299, [[Ἡρακλ]]. Μαιν. 154· αἱ ἀγχ. [[μάλιστα]] τοῖς νέοις, Ἀριστ. πρβλ. 30. 1, 26. ΙΙ. ὁ [[βρόχος]], τὸ [[σχοινίον]], ὃ μεταχειρίζονται πρὸς ἀπαγγχόνισιν, ἡ «θηλειά», Σιμων. Ἰαμβ. 1. 18· [[βρόχος]] ἀγχόνης ἐν Εὐρ. Ἱππ. 802.
|lstext='''ἀγχόνη''': ἡ, ([[ἄγχω]]) [[κρέμασμα]], στραγγάλισμα, πνίξιμον, Τραγ. κτλ.· ἀγχόνης… τέρματα, Αἰσχύλ. Εὐμ. 746· ἔργα κρείσσον ἀγχόνης, ἄξια μείζονος τιμωρίας, παρὰ πολὺ κακά, δηλ. δι’ ἀγχόνην, Σοφ. Ο. Τ. 1374· τάδ’ ἀγχόνης [[πέλας]], σχεδὸν [[ἐπίσης]] κακὰ ὅσον καὶ ἡ [[ἀπαγχόνισις]], Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 246· ταῦτ’ οὐχὶ... ἀγχόνης ἐπάξια; ὁ αὐτ. Βάκχ. 246· [[ταῦτα]].. οὐκ [[ἀγχόνη]]; Ἀριστοφ. Ἀχ. 125· σπάν. παρὰ πεζοῖς: [[ἀγχόνη]] καὶ [[λύπη]], Αἰσχίν. 33. 18: ― ἐν τῷ πλθ., ἐν ἀγχόναις θάνατον λαβεῖν, Εὐρ. Ἑλ. 200· πρβλ. αὐτ. 299, [[Ἡρακλ]]. Μαιν. 154· αἱ ἀγχ. [[μάλιστα]] τοῖς νέοις, Ἀριστ. πρβλ. 30. 1, 26. ΙΙ. ὁ [[βρόχος]], τὸ [[σχοινίον]], ὃ μεταχειρίζονται πρὸς ἀπαγγχόνισιν, ἡ «θηλειά», Σιμων. Ἰαμβ. 1. 18· [[βρόχος]] ἀγχόνης ἐν Εὐρ. Ἱππ. 802.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br /><b>1</b> action d’étrangler, de pendre ; ἔργα κρείσσον’ ἀγχόνης SOPH crimes trop graves pour être expiés seulement par la strangulation ; [[ἀγχόνη]] ἂν γένοιτο τὸ [[πρᾶγμα]] αὐτοῖς LUC il y aurait eu pour eux de quoi se pendre;<br /><b>2</b> lacet pour étrangler, pendre.<br />'''Étymologie:''' [[ἄγχω]].
}}
}}