συναναπλέκω: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_1)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συναναπλέκω''': [[ἀναπλέκω]] [[ὁμοῦ]], συναναπεπλεγμέναι τῷ χρυσίῳ κόμαι Λουκ. Ὄνειρος ἢ Ἀλεκτρ. 13, πρβλ. Ἀνάχαρσ. 15˙ μεταφορ. Λογγῖν. 20. 1. ΙΙ συμπλέκομαι, ἡ Ροδόπη συνανεπλάκη μοι καὶ κατεφίλησε Εὐμάθ. 345.
|lstext='''συναναπλέκω''': [[ἀναπλέκω]] [[ὁμοῦ]], συναναπεπλεγμέναι τῷ χρυσίῳ κόμαι Λουκ. Ὄνειρος ἢ Ἀλεκτρ. 13, πρβλ. Ἀνάχαρσ. 15˙ μεταφορ. Λογγῖν. 20. 1. ΙΙ συμπλέκομαι, ἡ Ροδόπη συνανεπλάκη μοι καὶ κατεφίλησε Εὐμάθ. 345.
}}
{{bailly
|btext=entrelacer avec.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[ἀναπλέκω]].
}}
}}