κυαμοτρώξ: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_22)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κυᾰμοτρώξ''': -ῶγος, ὁ, ὁ τρώγων κυάμους, Ἀριστοφ. Ἱππ. 41, πρβλ. Λυσ. 537, 690, ― ἐν ἀναφορᾷ πρὸς τὴν πολιτικὴν χρῆσιν τῶν κυάμων ἐν Ἀθήναις˙ ἴδε [[κύαμος]] ΙΙ.
|lstext='''κυᾰμοτρώξ''': -ῶγος, ὁ, ὁ τρώγων κυάμους, Ἀριστοφ. Ἱππ. 41, πρβλ. Λυσ. 537, 690, ― ἐν ἀναφορᾷ πρὸς τὴν πολιτικὴν χρῆσιν τῶν κυάμων ἐν Ἀθήναις˙ ἴδε [[κύαμος]] ΙΙ.
}}
{{bailly
|btext=ῶγος (ὁ) :<br />mangeur de fèves.<br />'''Étymologie:''' [[κύαμος]], [[τραγεῖν]].
}}
}}