ἐγκατατέμνω: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_2)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐγκατατέμνω''': [[κατακόπτω]] τὸ [[ἔμβρυον]] ἐντὸς τῆς μήτρας, Ἱππ. 914C. ΙΙ. [[κατατέμνω]] μεταξὺ ἄλλων, Πλάτ. Πολ. 565D.
|lstext='''ἐγκατατέμνω''': [[κατακόπτω]] τὸ [[ἔμβρυον]] ἐντὸς τῆς μήτρας, Ἱππ. 914C. ΙΙ. [[κατατέμνω]] μεταξὺ ἄλλων, Πλάτ. Πολ. 565D.
}}
{{bailly
|btext=couper dans <i>ou</i> à l’intérieur.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[κατατέμνω]].
}}
}}