εἱληθερής: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_7)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εἱληθερής''': -ές, (εἵλη, [[θέρω]]) θερμαινόμενος ὑπὸ τοῦ ἡλίου, [[θερμός]], Ἱππ. 471. 18, Γαλην.
|lstext='''εἱληθερής''': -ές, (εἵλη, [[θέρω]]) θερμαινόμενος ὑπὸ τοῦ ἡλίου, [[θερμός]], Ἱππ. 471. 18, Γαλην.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />chauffé au soleil.<br />'''Étymologie:''' [[εἵλη]], [[θέρος]].
}}
}}