3,273,762
edits
(6_18) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀμέτοχος''': -ον, ὁ μὴ λαμβάνων ἢ ὁ μὴ ἔχων [[μέρος]] ἔν τινι, ἐγκλημάτων Θουκ. 1. 39 (ἂν καὶ αἱ λέξεις [[εἶναι]] πιθανῶς νόθοι, ἀλλὰ πρβλ. Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 7. 93). | |lstext='''ἀμέτοχος''': -ον, ὁ μὴ λαμβάνων ἢ ὁ μὴ ἔχων [[μέρος]] ἔν τινι, ἐγκλημάτων Θουκ. 1. 39 (ἂν καὶ αἱ λέξεις [[εἶναι]] πιθανῶς νόθοι, ἀλλὰ πρβλ. Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 7. 93). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />qui ne participe pas à, gén..<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[μετέχω]]. | |||
}} | }} |