ἀναλογικός: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_10)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀναλογικός''': -ή, -όν, ([[ἀνάλογος]]) ὁ κατ’ ἀναλογίαν, τοιγάρτοι τῇ μὲν ἀκοῇ οὐκ ἔκρινεν αὐτόν, τῇ δὲ ἀναλογικῇ ἁρμονίᾳ, Πλούτ. 2. 1145 Α· ἡ ἀναλογικὴ [[τέχνη]], «ὀφείλομεν παρόντες τὴν ἀναλογικὴν τέχνην ἐπὶ τὴν συνήθειαν [[ἀναδραμεῖν]]» Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 1. 199. - Ἐπίρρ. -κῶς Γρηγ. Νύσσ. τόμ. 2. σ. 211.
|lstext='''ἀναλογικός''': -ή, -όν, ([[ἀνάλογος]]) ὁ κατ’ ἀναλογίαν, τοιγάρτοι τῇ μὲν ἀκοῇ οὐκ ἔκρινεν αὐτόν, τῇ δὲ ἀναλογικῇ ἁρμονίᾳ, Πλούτ. 2. 1145 Α· ἡ ἀναλογικὴ [[τέχνη]], «ὀφείλομεν παρόντες τὴν ἀναλογικὴν τέχνην ἐπὶ τὴν συνήθειαν [[ἀναδραμεῖν]]» Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 1. 199. - Ἐπίρρ. -κῶς Γρηγ. Νύσσ. τόμ. 2. σ. 211.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />analogique, proportionnel.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνάλογος]].
}}
}}