3,277,306
edits
(6_3) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνδρηλάτης''': [ᾰ], -ου, ὁ, ([[ἐλαύνω]]) ὁ ἀποδιώκων τινὰ ἀπὸ τῆς ἑστίας [[αὐτοῦ]], ἰδίως ὁ [[ἐκδικητής]] τοῦ αἵματος, ἐν περιπτώσει φόνου, Αἰσχύλ. Θ. 637, πρβλ. Ρουγκ. Τίμ., Μυλλ. Εὐμεν. § 44. | |lstext='''ἀνδρηλάτης''': [ᾰ], -ου, ὁ, ([[ἐλαύνω]]) ὁ ἀποδιώκων τινὰ ἀπὸ τῆς ἑστίας [[αὐτοῦ]], ἰδίως ὁ [[ἐκδικητής]] τοῦ αἵματος, ἐν περιπτώσει φόνου, Αἰσχύλ. Θ. 637, πρβλ. Ρουγκ. Τίμ., Μυλλ. Εὐμεν. § 44. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />qui chasse un homme de ses foyers, qui bannit un homme (en punition d’un crime de sang).<br />'''Étymologie:''' [[ἀνήρ]], [[ἐλαύνω]]. | |||
}} | }} |