3,273,762
edits
(6_12) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἑτοιμότης''': -ητος, ἡ, ὡς καὶ νῦν, [[ἑτοιμότης]] πρὸς τὸ ποιεῖν τι Δημ. 1268. 7· λόγων ἑτ., [[ἱκανότης]] εἰς τὸ ὁμιλεῖν ἐκ τοῦ προχείρου, Πλούτ. 2. 6Ε. 2) [[προθυμία]], [[κλίσις]], [[διάθεσις]], ὁ αὐτ. ἐν Καμίλλ. 32· ἐν τῷ πληθ., Μ. Ἀντων. 4. 12. | |lstext='''ἑτοιμότης''': -ητος, ἡ, ὡς καὶ νῦν, [[ἑτοιμότης]] πρὸς τὸ ποιεῖν τι Δημ. 1268. 7· λόγων ἑτ., [[ἱκανότης]] εἰς τὸ ὁμιλεῖν ἐκ τοῦ προχείρου, Πλούτ. 2. 6Ε. 2) [[προθυμία]], [[κλίσις]], [[διάθεσις]], ὁ αὐτ. ἐν Καμίλλ. 32· ἐν τῷ πληθ., Μ. Ἀντων. 4. 12. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ητος (ἡ) :<br /><b>1</b> action d’être prêt : λόγων PLUT facilité de parole;<br /><b>2</b> inclination, disposition à : [[πρός]] [[τι]], à faire qch.<br />'''Étymologie:''' [[ἕτοιμος]]. | |||
}} | }} |