3,277,301
edits
(6_17) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπροαίρετος''': -ον, ὁ [[ἄνευ]] ὡρισμένου σκοποῦ, ὁ μὴ ἐσκεμμένος, ὁ μὴ βεβουλευμένος, ἐπὶ πράξεων, ἀπροαίρετα δὲ ὅσα ἀπροβούλευτα Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 5. 8, 5. - Ἐπίρρ. -τως Ἱππ. Προγν. 37, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 2. 5, 4. | |lstext='''ἀπροαίρετος''': -ον, ὁ [[ἄνευ]] ὡρισμένου σκοποῦ, ὁ μὴ ἐσκεμμένος, ὁ μὴ βεβουλευμένος, ἐπὶ πράξεων, ἀπροαίρετα δὲ ὅσα ἀπροβούλευτα Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 5. 8, 5. - Ἐπίρρ. -τως Ἱππ. Προγν. 37, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 2. 5, 4. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />qui se fait sans choix préalable, non délibéré.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[προαιρέω]]. | |||
}} | }} |