ἀργυρίδιον: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_3)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀργῠρίδιον''': [ρῑ], τό, = [[ἀργύριον]], [[καθόλου]] [[μετὰ]] περιφρονητικῆς σημασίας, Ἀριστοφ. Πλ. 147, Ἀποσπ. 462, Εὔπολ. ἐν «Δήμοις» 42· [[ἀργυρίδιον]] καὶ [[χρυσίδιον]] τὸν πλοῦτον ἀποκαλοῦντες Ἰσοκρ. 291Ε· ἴδε ἐν λ. [[χρυσίδιον]].
|lstext='''ἀργῠρίδιον''': [ρῑ], τό, = [[ἀργύριον]], [[καθόλου]] [[μετὰ]] περιφρονητικῆς σημασίας, Ἀριστοφ. Πλ. 147, Ἀποσπ. 462, Εὔπολ. ἐν «Δήμοις» 42· [[ἀργυρίδιον]] καὶ [[χρυσίδιον]] τὸν πλοῦτον ἀποκαλοῦντες Ἰσοκρ. 291Ε· ἴδε ἐν λ. [[χρυσίδιον]].
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />petite quantité d’argent.<br />'''Étymologie:''' [[ἄργυρος]].
}}
}}