3,243,771
edits
(6_16) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀποβολιμαῖος''': -ον, = [[ἀποβολεύς]], ὁ ἀποβάλλων, ῥίπτων τι, [[μετὰ]] γεν., τῶν ὅπλων Ἀριστοφ. Εἰρ. 678. 2) παθ., συνήθως ὁ ἀπορριπτόμενος, ὁ [[ἄνευ]] ἀξίας, Γλωσσ. | |lstext='''ἀποβολιμαῖος''': -ον, = [[ἀποβολεύς]], ὁ ἀποβάλλων, ῥίπτων τι, [[μετὰ]] γεν., τῶν ὅπλων Ἀριστοφ. Εἰρ. 678. 2) παθ., συνήθως ὁ ἀπορριπτόμενος, ὁ [[ἄνευ]] ἀξίας, Γλωσσ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=α, ον :<br />sujet à jeter, gén..<br />'''Étymologie:''' [[ἀποβάλλω]]. | |||
}} | }} |