3,276,318
edits
(6_5) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δίαρμα''': -ατος, τό, ([[διαίρω]]) θαλασσοπορία, διὰ θαλάσσης [[ταξείδιον]], Πολύβ. 10. 8, 2· διάβασις διὰ πορθμοῦ, πέρασμα, Στράβων 199. ΙΙ. [[ὕψος]] (λόγου), πρβλ. Πλούτ. 2. 165C, Λογγῖν. 12. 1, Κλήμ. Ἀλ. 858· δ. ψυχῆς λαβεῖν Διογ. Λ. 9. 7. | |lstext='''δίαρμα''': -ατος, τό, ([[διαίρω]]) θαλασσοπορία, διὰ θαλάσσης [[ταξείδιον]], Πολύβ. 10. 8, 2· διάβασις διὰ πορθμοῦ, πέρασμα, Στράβων 199. ΙΙ. [[ὕψος]] (λόγου), πρβλ. Πλούτ. 2. 165C, Λογγῖν. 12. 1, Κλήμ. Ἀλ. 858· δ. ψυχῆς λαβεῖν Διογ. Λ. 9. 7. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ατος (τό) :<br />élévation (de l’âme, du style).<br />'''Étymologie:''' [[διαίρω]]. | |||
}} | }} |