3,274,903
edits
(6_7) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φερεσσᾰκής''': -ές, γεν. έος, ὡς τὸ [[φέρασπις]], ὁ φέρων [[σάκος]], ἀσπίδα, ἐπὶ ἀνδρῶν, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 13, Νόνν. Διονυσ. 14, 28., 15, 66, κλπ.· ἁρμονίη ῥηχθεῖσα φερεσσακέων τελαμώνων Τρυφιόδ. (γρ. Τριφ.) 11. | |lstext='''φερεσσᾰκής''': -ές, γεν. έος, ὡς τὸ [[φέρασπις]], ὁ φέρων [[σάκος]], ἀσπίδα, ἐπὶ ἀνδρῶν, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 13, Νόνν. Διονυσ. 14, 28., 15, 66, κλπ.· ἁρμονίη ῥηχθεῖσα φερεσσακέων τελαμώνων Τρυφιόδ. (γρ. Τριφ.) 11. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br />qui porte un bouclier.<br />'''Étymologie:''' [[φέρω]], [[σάκος]]¹. | |||
}} | }} |