νομιστέος: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_4)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''νομιστέος''': -α, -ον, ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ [[νομίζω]], ὃν δεῖ νομίζειν, κτλ., Πλάτ. Πολ. 608Β. ΙΙ. νομιστέον, δεῖ νομίζειν, κτλ., ὁ αὐτ. ἐν Σοφ. 230D, κτλ.
|lstext='''νομιστέος''': -α, -ον, ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ [[νομίζω]], ὃν δεῖ νομίζειν, κτλ., Πλάτ. Πολ. 608Β. ΙΙ. νομιστέον, δεῖ νομίζειν, κτλ., ὁ αὐτ. ἐν Σοφ. 230D, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br /><i>adj. verb. de</i> [[νομίζω]].
}}
}}