ἐπαρχικός: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_11)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπαρχικός''': -ή, -όν, ὁ, ἀνήκων εἰς ἔπαρχον, ὁ τοῦ ἐπάρχου, ἐπ. [[ἐξουσία]], τὸ [[ἀξίωμα]] τοῦ Praefectus Urbis, Δίων Κάσ. 75. 14. ΙΙ. ἀνήκων εἰς ἐπαρχίαν, [[ἐπαρχιακός]], Πλουτ. Κικ. 36, Συλλ. Ἐπιγρ. 356.
|lstext='''ἐπαρχικός''': -ή, -όν, ὁ, ἀνήκων εἰς ἔπαρχον, ὁ τοῦ ἐπάρχου, ἐπ. [[ἐξουσία]], τὸ [[ἀξίωμα]] τοῦ Praefectus Urbis, Δίων Κάσ. 75. 14. ΙΙ. ἀνήκων εἰς ἐπαρχίαν, [[ἐπαρχιακός]], Πλουτ. Κικ. 36, Συλλ. Ἐπιγρ. 356.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />qui concerne la province, provincial.<br />'''Étymologie:''' [[ἔπαρχος]].
}}
}}