3,276,318
edits
(6_8) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πρίστις''': -εως, ἡ, [[μέγας]] τις ἰχθύς, πιθανῶς ἐκ τοῦ εἴδους τῆς φαλλαίνης, Ἐπίχ. 30 Ahr., Ἀνθ. Π. 7. 506, Ὀππ. Ἁλ. 1. 370, Πολύχαρμ. παρ’ Ἀθην. 333F, Αἰλ. π. Ζ. 9. 49· pristis et balaena, Πλίν. 9. 3· καὶ [[ἕτερος]] [[τύπος]] φαίνεται ὅτι [[εἶναι]] τὸ pistrix· ― παρ’ Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 12, 1 μνημονεύεται μεταξὺ τῶν κητῶν· ― ὁ Δινδ. ἑπόμενος τῷ Gesner διορθοῖ [[πρῆστις]] (ἐκ τοῦ [[πρήθω]]), τὸ φυσῶν [[κῆτος]], πρβλ. [[φυσητήρ]]. Ἀλλ’ ἂν καὶ φέρεται ἐν τῷ κειμένῳ πάντων τῶν μνημονευθέντων χωρίων [[πρῆστις]], πλὴν παρ’ Ἀριστ. καὶ ἐν τῇ Ἀνθ., ἀπαντᾷ [[ὅμως]] σταθερῶς ὡς διάφ. γραφ. ὁ [[τύπος]] [[πρίστις]], ἡ δὲ [[ὕπαρξις]] τοῦ Λατ. pristis, pristix, δικαιολογεῖ τὸν κοινὸν τύπον, [[ὅστις]] φαίνεται ὅτι [[εἶναι]] [[ποικιλία]] τις τοῦ [[πρῆστις]], ὡς αἱ λ. [[σκίμπτομαι]], [[σκίπων]], τῶν σκήπτομαι, [[σκήπων]]. ― Μάλιστα φαίνεται ὅτι ἐπιστεύετο ὅτι τὸ [[πρίω]] παράγεται ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης ἐξ ἧς καὶ τὸ [[πρήθω]], φυσῶ, ἴδε τὸ [[γλώσσημα]] τοῦ Ἡσυχίου («πρίεται, φυσοῦται»), καὶ τὴν ἐτυμολογίαν τοῦ [[πρήθω]] ἐκ τοῦ [[πρίω]] ἐν Ἐτυμολ. Μεγ.· καὶ ἡ [[ἐξήγησις]] αὕτη ἐφηρμόζετο εἰς Ἀπολλ. Ροδ. Δ. 1671 (ἴδε ἐν λ. [[πρίω]] ΙΙ)· ὁ Λοβ. ἀνέγνω φυσιοῦται ἀντὶ φυσοῦται παρ’ Ἡσύχ.· πρβλ. [[ὡσαύτως]] Meineke εἰς Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 326 (Ἔκδ. Μεγ.) ΙΙ. [[εἶδος]] πολεμικοῦ πλοίου, πιθ. ἐκ τοῦ σχήματος [[αὐτοῦ]], Πολύβ. 17. 1, 1, πρβλ. 16. 2, 9· τὸ Λατ. navis rostrata, πρβλ. Λίβ. 32. 32., 35. 26, 44. 28. ΙΙΙ. [[εἶδος]] ποτηρίου, ὁμοίως ἐκ τοῦ σχήματος, πρ., [[τραγέλαφος]], κτλ. Δίφιλ. ἐν «Τιθρ.» 1, πρβλ. Ἀθήν. 496Β, 784Α. | |lstext='''πρίστις''': -εως, ἡ, [[μέγας]] τις ἰχθύς, πιθανῶς ἐκ τοῦ εἴδους τῆς φαλλαίνης, Ἐπίχ. 30 Ahr., Ἀνθ. Π. 7. 506, Ὀππ. Ἁλ. 1. 370, Πολύχαρμ. παρ’ Ἀθην. 333F, Αἰλ. π. Ζ. 9. 49· pristis et balaena, Πλίν. 9. 3· καὶ [[ἕτερος]] [[τύπος]] φαίνεται ὅτι [[εἶναι]] τὸ pistrix· ― παρ’ Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 12, 1 μνημονεύεται μεταξὺ τῶν κητῶν· ― ὁ Δινδ. ἑπόμενος τῷ Gesner διορθοῖ [[πρῆστις]] (ἐκ τοῦ [[πρήθω]]), τὸ φυσῶν [[κῆτος]], πρβλ. [[φυσητήρ]]. Ἀλλ’ ἂν καὶ φέρεται ἐν τῷ κειμένῳ πάντων τῶν μνημονευθέντων χωρίων [[πρῆστις]], πλὴν παρ’ Ἀριστ. καὶ ἐν τῇ Ἀνθ., ἀπαντᾷ [[ὅμως]] σταθερῶς ὡς διάφ. γραφ. ὁ [[τύπος]] [[πρίστις]], ἡ δὲ [[ὕπαρξις]] τοῦ Λατ. pristis, pristix, δικαιολογεῖ τὸν κοινὸν τύπον, [[ὅστις]] φαίνεται ὅτι [[εἶναι]] [[ποικιλία]] τις τοῦ [[πρῆστις]], ὡς αἱ λ. [[σκίμπτομαι]], [[σκίπων]], τῶν σκήπτομαι, [[σκήπων]]. ― Μάλιστα φαίνεται ὅτι ἐπιστεύετο ὅτι τὸ [[πρίω]] παράγεται ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης ἐξ ἧς καὶ τὸ [[πρήθω]], φυσῶ, ἴδε τὸ [[γλώσσημα]] τοῦ Ἡσυχίου («πρίεται, φυσοῦται»), καὶ τὴν ἐτυμολογίαν τοῦ [[πρήθω]] ἐκ τοῦ [[πρίω]] ἐν Ἐτυμολ. Μεγ.· καὶ ἡ [[ἐξήγησις]] αὕτη ἐφηρμόζετο εἰς Ἀπολλ. Ροδ. Δ. 1671 (ἴδε ἐν λ. [[πρίω]] ΙΙ)· ὁ Λοβ. ἀνέγνω φυσιοῦται ἀντὶ φυσοῦται παρ’ Ἡσύχ.· πρβλ. [[ὡσαύτως]] Meineke εἰς Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 326 (Ἔκδ. Μεγ.) ΙΙ. [[εἶδος]] πολεμικοῦ πλοίου, πιθ. ἐκ τοῦ σχήματος [[αὐτοῦ]], Πολύβ. 17. 1, 1, πρβλ. 16. 2, 9· τὸ Λατ. navis rostrata, πρβλ. Λίβ. 32. 32., 35. 26, 44. 28. ΙΙΙ. [[εἶδος]] ποτηρίου, ὁμοίως ἐκ τοῦ σχήματος, πρ., [[τραγέλαφος]], κτλ. Δίφιλ. ἐν «Τιθρ.» 1, πρβλ. Ἀθήν. 496Β, 784Α. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br />sorte de requin, dont les mâchoires tranchent comme une scie, <i>poisson</i>.<br />'''Étymologie:''' [[πρίω]]. | |||
}} | }} |