3,244,152
edits
(6_6) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τρῦχος''': -εος, τό, [[ἱμάτιον]] τετριμμένον καὶ ῥακῶδες, [[ῥάκος]], τρύχει καλυφθεὶς Θεσσαλῆς ἁπληγίδος Σοφ. Ἀποσπ. 843· τρύχει πέπλων Εὐρ. Ἠλ. 501· - ἐν τῷ πληθ., ῥάκη, [[αὐτόθι]] 184, Φοίν. 325, Ἀριστοφ. Ἀχ. 418. ΙΙ. [[σχίσμα]], [[ῥῆγμα]], δι’ ἱματίων... [[οἷον]] τρ. ἐποίησεν Ἀριστ. Μετεωρ. 3. 1, 11. [Οἱ παλαιοὶ γραμμ. γράφουσι τρύχος, ὡς εἰ τὸ υ ἦν βραχύ· ἀλλ’ οἱ ποιηταὶ ἔχουσι [[πανταχοῦ]] ῡ, ὡς ἀπαιτεῖ ἡ [[ἐτυμολογία]] ἐκ τοῦ [[τρύχω]]]. | |lstext='''τρῦχος''': -εος, τό, [[ἱμάτιον]] τετριμμένον καὶ ῥακῶδες, [[ῥάκος]], τρύχει καλυφθεὶς Θεσσαλῆς ἁπληγίδος Σοφ. Ἀποσπ. 843· τρύχει πέπλων Εὐρ. Ἠλ. 501· - ἐν τῷ πληθ., ῥάκη, [[αὐτόθι]] 184, Φοίν. 325, Ἀριστοφ. Ἀχ. 418. ΙΙ. [[σχίσμα]], [[ῥῆγμα]], δι’ ἱματίων... [[οἷον]] τρ. ἐποίησεν Ἀριστ. Μετεωρ. 3. 1, 11. [Οἱ παλαιοὶ γραμμ. γράφουσι τρύχος, ὡς εἰ τὸ υ ἦν βραχύ· ἀλλ’ οἱ ποιηταὶ ἔχουσι [[πανταχοῦ]] ῡ, ὡς ἀπαιτεῖ ἡ [[ἐτυμολογία]] ἐκ τοῦ [[τρύχω]]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>ion.</i> -εος, <i>att.</i> -ους (τό) :<br /><b>1</b> haillon, loque;<br /><b>2</b> τὰ τρύχη vêtement de deuil.<br />'''Étymologie:''' [[τρύχω]]. | |||
}} | }} |