τριπέτηλος: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_17)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρῐπέτηλος''': -ον, ὁ ἔχων [[τρία]] πέταλα ἢ φύλλα, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 530· - τριπέτηλον, τό, = [[τρίφυλλον]], τὸ «τριφύλλι», Καλλ. εἰς Δήμ. 165, Ἀποσπ. 334, Νικ. Θηρ. 522.
|lstext='''τρῐπέτηλος''': -ον, ὁ ἔχων [[τρία]] πέταλα ἢ φύλλα, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 530· - τριπέτηλον, τό, = [[τρίφυλλον]], τὸ «τριφύλλι», Καλλ. εἰς Δήμ. 165, Ἀποσπ. 334, Νικ. Θηρ. 522.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />à trois feuilles ; τὸ τριπέτηλον, <i>c.</i> [[τρίφυλλον]].<br />'''Étymologie:''' [[τρεῖς]], [[πέταλον]].
}}
}}