3,274,447
edits
(slb) |
|||
(50 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=syggeneia | |Transliteration C=syggeneia | ||
|Beta Code=sugge/neia | |Beta Code=sugge/neia | ||
|Definition=ἡ, < | |Definition=ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[kinship]], E.''IA'' 492, Th.3.65, etc.; πρὸς συγγενείας καὶ [[κηδεστία]]ς X.''HG''2.4.21; ἡ πρώτη συγγένεια = [[primary]] [[kinship]], Epicur. ''Sent.V'' at.61: c. gen., [[kin]], [[relationship]], [[with]] or [[to]] another, ἡ τοῦ θεοῦ συγγένεια [[Plato|Pl.]]''[[Protagoras|Prt.]]''322a; διὰ τὴν τοῦ Ἡρακλέους συγγένειαν Id.''Ly.''205c: c. dat., κατὰ τὴν αὑτῶν ἑκατέροις συγγένειαν = [[with]] either of them, Id.''Plt.''307d; συγγένειαν ἔχειν τινί ib. 257d; ἡ πρὸς τοὺς παῖδας συγγένεια Isoc.6.18; ἡ πρὸς ἀλλήλους συγγένεια Id.4.43, etc.: not properly applied to the relation of [[parent]]s and [[children]] (v. [[συγγενής]] II.1 b), [[γένος]] γάρ, ἀλλ' οὐχὶ συγγένεια, τοῦτ' ἔστιν Is.8.33 (but cf. [[Diodorus Siculus|D.S.]] 13.20).<br><span class="bld">2</span> [[ties of kindred]], [[family connection]], [[family influence]], Pl.''R.''491c, ''Smp.'' 178c; of the relation between [[Athens]] and [[Thebes]], Decr. ap. D.18.186.<br><span class="bld">3</span> metaph., κατὰ συγγένεια τῆς μορφῆς [[Aristotle|Arist.]]''[[Historia Animalium|HA]]''539a22; ἡ πρὸς τὸ . . ἱερὸν πῦρ συγγένεια [παντὸς πυρός] Plu.2.702f; ὤτων καὶ γλώττης Luc.''Herc.''5; of metals, Zos.Alch. p.197B.<br><span class="bld">4</span> [[congenital character]] of [[disease]], Hp.''Mul.''2.125.<br><span class="bld">II</span> [[kinsfolk]], [[family]], [[Euripides|E.]]''[[Orestes|Or.]]''733 (troch.), Men.923.1; of a single [[kinsman]], [[Euripides|E.]]''[[Orestes|Or.]]''1233: collectively, [[kinsfolk]], [[kinsmen]], Id.''Tr.''754; ἡ Περικλέους ὅλη οἰκία ἢ ἄλλη συγγένεια Pl.''Grg.''472b, cf. ''Lg.''627c, ''Ev.Luc.'' 1.61: pl., [[families]], D.25.87; ἡ συγγένεια ἡ Ἀγανιτέων [[clan]], ''BCH''46.397 (Mylasa), cf. ''Michel'' 476.9 (Olymus).<br><span class="bld">2</span> of animals, [[kind]], [[species]], παρὰ τὰς συγγένεια συνδυάζεσθαι [[Aristotle|Arist.]]''[[Historia Animalium|HA]]''566a26: generally, [[kind]], [[class]], Id.''APo.''76a9, Chrysipp.Stoic.2.39. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0961.png Seite 961]] ἡ, Gleichhen des Geschlechts u. der Abkunft, Verwandtschaft; φίλτατε συγγενείας, Eur. Or. 731, πικρά, I. A. 510; Thuc. 3, 65; auch von dem Verhältniß der Vslanzstadt zur Mutterstadt, Wolf Dem. Lpt. p. 328, die Familie, wie unser Verwandtschaft in. concretem Sinne, ἡ Περικλέους όλη [[οἰκία]] ἢ ἄλλη [[συγγένεια]], Plat. Gorg. 472 b; ἀπὸ τῆς Σόλωνος συγγενείας, Charm. 155 a, u. öfter; so kann auch Conv. 178 c [[οὔτε]] ξυγγένεια [[οὔτε]] τιμαί genommen werden, wo man es = [[εὐγένεια]] erkl. u. Wyttenb. so ändern wollte; vgl. ὡςπερ αἱ συγγένειαι τὰς ίδίας οἰκοῦσιν οἰκίας, οὕτω καὶ τὲν πόλιν οἰκεῖτε [[δημοσίᾳ]], Dem. 25, 87, wo das Folgde zu vergleichen; Sp., wie Pol. 15, 30, 7. – Bei D. Sic. 13, 20 heißen συγγένειαι die beiden Söhne. Val. 13, 28. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0961.png Seite 961]] ἡ, Gleichhen des Geschlechts u. der Abkunft, Verwandtschaft; φίλτατε συγγενείας, Eur. Or. 731, πικρά, I. A. 510; Thuc. 3, 65; auch von dem Verhältniß der Vslanzstadt zur Mutterstadt, Wolf Dem. Lpt. p. 328, die Familie, wie unser Verwandtschaft in. concretem Sinne, ἡ Περικλέους όλη [[οἰκία]] ἢ ἄλλη [[συγγένεια]], Plat. Gorg. 472 b; ἀπὸ τῆς Σόλωνος συγγενείας, Charm. 155 a, u. öfter; so kann auch Conv. 178 c [[οὔτε]] ξυγγένεια [[οὔτε]] τιμαί genommen werden, wo man es = [[εὐγένεια]] erkl. u. Wyttenb. so ändern wollte; vgl. ὡςπερ αἱ συγγένειαι τὰς ίδίας οἰκοῦσιν οἰκίας, οὕτω καὶ τὲν πόλιν οἰκεῖτε [[δημοσίᾳ]], Dem. 25, 87, wo das Folgde zu vergleichen; Sp., wie Pol. 15, 30, 7. – Bei D. Sic. 13, 20 heißen συγγένειαι die beiden Söhne. Val. 13, 28. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> [[parenté]] : [[πρός]] τινα avec qqn;<br /><b>2</b> [[parenté]], [[ensemble des parents]], [[famille]] ; membre d'une famille, parent ; αἱ συγγένειαι les familles.<br />'''Étymologie:''' [[συγγενής]]. | |||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=συγγένεια -ας, ἡ, Att. ook ξυγγένεια [συγγενής] verwantschap, familieband, met gen., met dat., met πρός + acc. met iem.. ἡ πρὸς ἀλλήλους συγγένεια de onderlinge verwantschap Isocr. 4.43. familie:; ἥ τε οἰκία καὶ ἡ συγγένεια het huis en de familie Plat. Lg. 627c; οὐδείς ἐστιν ἐκ τῆς συγγενείας σου er is niemand in je familie NT Luc. 1.61; van één persoon verwant. Eur. Or. 1233. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''συγγένεια:''' ἡ<br /><b class="num">1</b> [[общность происхождения]], [[родство]] (τινος и τινι Plat. или πρός τινα Isocr.);<br /><b class="num">2</b> [[общность]], [[внутренняя связь]] (τῶν [[ὤτων]] καὶ γλώττης Luc.): κατὰ συγγένειαν τῆς μορφῆς Arst. по морфологическому сходству;<br /><b class="num">3</b> [[родня]], [[род]], [[семья]]: ἀπὸ τῆς τοῦ Σόλωνος συγγενείας Plat. из рода Солона; φίλοι καὶ συγγένεια Eur. друзья и родные;<br /><b class="num">4</b> [[родственник]]: συγγένεια πατρὸς [[ἐμοῦ]] Eur. родственник моего отца;<br /><b class="num">5</b> лог. [[род]], [[класс]], [[категория]] (ἐν τῇ αὐτῇ συγγενείᾳ εἶναι Arst.). | |||
}} | |||
{{Slater | |||
|sltr=[[συγγένεια]] [[kinship]] i.e. kinsmen τὸ δὲ [[οἴκοθεν]] [[ἄστυ]] κα[ὶ ] καὶ συγγένεἰ ἀνδρὶ (Pae. 4.33) | |||
}} | |||
{{StrongGR | |||
|strgr=from [[συγγενής]]; [[relationship]], i.e. (concretely) relatives: [[kindred]]. | |||
}} | |||
{{Thayer | |||
|txtha=συγγενείας, ἡ ([[συγγενής]]), from [[Euripides]], and [[Thucydides]] down; (the Sept.);<br /><b class="num">a.</b> [[kinship]], [[relationship]].<br /><b class="num">b.</b> [[kindred]], relations [[collectively]], [[family]]: Acts 7:3,14. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΝΜΑ [[συγγενής]]<br /><b>1.</b> ο εξ αίματος ή εξ αγχιστείας [[δεσμός]] [[μεταξύ]] ατόμων<br /><b>2.</b> [[κοινή]] [[προέλευση]] ή [[ομοιότητα]] ιδιοτήτων [[μεταξύ]] πραγμάτων ή καταστάσεων (α. «η [[συγγένεια]] τών δύο καλλιτεχνικών τάσεων [[είναι]] [[εμφανής]]» β. «ἡ πρὸς τὸ... ἱερὸν πῡρ [[συγγένεια]] [παντὸς [[πυρός]]]», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> η κοινωνικά αναγνωρισμένη [[σχέση]] [[μεταξύ]] ατόμων που συνδέονται ή θεωρείται ότι συνδέονται βιολογικά ή στα οποία αποδίδεται [[δεσμός]] μέσω γάμου ή υιοθεσίας ή άλλης συναφούς, άτυπης ή θεσμοποιημένης πρακτικής<br /><b>2.</b> <b>(νομ.)</b> η [[μεταξύ]] προσώπων βιοτική [[σχέση]] η οποία δημιουργείται από το [[γεγονός]] της καταγωγής όλων τους από ένα συγκεκριμένο [[πρόσωπο]] με αδιάσπαστη [[σειρά]] γεννήσεων<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «[[σύστημα]] συγγένειας» — οι διάφοροι τρόποι διευθέτησης τών δεσμών αιματοσυγγένειας και αγχιστείας σε μια δεδομένη [[κοινωνία]]<br />β) «στοιχειώδεις δομές συγγένειας» — δομές συγγένειας στις οποίες υπάρχει [[ένας]] [[θετικός]] [[κανόνας]] για τον γάμο με [[άτομο]] που ανήκει σε μια συγκεκριμένη [[κατηγορία]] συγγενών, δομές που προσφέρουν ως [[αρχή]] μια περιορισμένη [[επιλογή]] συζύγου<br />γ) «σύνθετες δομές συγγένειας» — δομές συγγένειας που έχουν αρνητικούς κανόνες γάμου οι οποίοι προσδιορίζουν ποια άτομα δεν μπορεί ένα δεδομένο [[άτομο]] να παντρευθεί<br />δ) «[[συγγένεια]] εξ αίματος» — [[συγγένεια]] που στηρίζεται στο [[γεγονός]] ότι ένα [[πρόσωπο]] γεννήθηκε άμεσα ή έμμεσα από ένα [[άλλο]]<br />ε) «[[συγγένεια]] εκ πλαγίου» ή «[[πλάγια]] [[συγγένεια]]» — [[συγγένεια]] που συνδέει πρόσωπα τα οποία [[είτε]] ανήκουν στην [[ίδια]] [[γενεά]] [[είτε]] σε διαφορετική, φθάνουν στο ίδιο [[πρόσωπο]] ως κοινό γεννήτορα τους<br />στ) «[[βαθμός]] συγγένειας» — ο [[αριθμός]] τών γεννήσεων που μεσολαβούν [[μεταξύ]] δύο ατόμων τα οποία συνδέονται με δεσμούς συγγένειας<br />ζ) «[[συγγένεια]] εξ αγχιστείας» — [[συγγένεια]] που δεν στηρίζεται στο [[φαινόμενο]] της βιολογικής μεταβίβασης της ζωής, [[αλλά]] στον γάμο [[μεταξύ]] δύο προσώπων, [[συγγένεια]] που [[είναι]] ισόβια [[ακόμη]] και αν ο [[γάμος]] ο [[οποίος]] τή δημιουργεί διαλυθεί με οποιονδήποτε τρόπο<br />η) «θετή [[συγγένεια]]» — [[συγγένεια]] που δημιουργείται από νομική [[πράξη]], όπως [[είναι]] η [[υιοθεσία]]<br />θ) «πνευματική [[συγγένεια]]» — [[συγγένεια]] που δημιουργείται, [[κατά]] το [[βάπτισμα]], [[μεταξύ]] αναδόχου και αναδεκτού<br />ι) «ευθύγραμμη [[συγγένεια]]» — [[συγγένεια]] που συνδέει άτομα τα οποία κατάγονται το ένα από το [[άλλο]] βιολογικά ή σύμφωνα με [[άλλο]] κανόνα ο [[οποίος]] υποκαθιστά τη βιολογική [[σχέση]], όπως [[είναι]] η [[υιοθεσία]]<br />ια) «πλασματική [[συγγένεια]]» — [[κοινωνικός]] [[δεσμός]] που επιδιώκει να αναπληρώσει την [[αιματοσυγγένεια]]<br />ιβ) «[[ορολογία]] συγγένειας» — το [[σύστημα]] τών ονομασιών που εφαρμόζεται σε κατηγορίες συγγενών που σχετίζονται η μία με την [[άλλη]]<br />ιγ) «χημική [[συγγένεια]]» — η [[τάση]] τών σωμάτων να ενώνονται [[μεταξύ]] τους ή, [[αλλιώς]], η [[δύναμη]] που συγκρατεί τα άτομα ενωμένα σε μια χημική [[ένωση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κύρος]], [[επιβολή]] που πηγάζει από την [[ιδιότητα]] ενός ατόμου να αποτελεί [[μέλος]] μιας οικογένειας («τοῦτο [[οὔτε]] [[συγγένεια]] οἵα τε ἐμποιεῖν οὕτω [[καλῶς]] [[οὔτε]] τιμαὶ [[οὔτε]] πλοῦτος», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>(περιλπτ.)</b> το [[σύνολο]] τών συγγενών ενός ατόμου, σόι («ἡ Περικλέους ὅλη [[οἰκία]] ἤ ἄλλη [[συγγένεια]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> (για ζώο) α) [[γένος]] ή [[είδος]]<br />β) (γενικά) [[τάξη]]<br /><b>4.</b> ([[κατά]] τους αλχημιστές) ιδιάζουσα [[σχέση]] ή [[αλληλεπίδραση]] [[μεταξύ]] μετάλλων<br /><b>5.</b> <b>ιατρ.</b> ο [[εγγενής]] [[χαρακτήρας]] μιας ασθένειας<br /><b>6.</b> η [[σχέση]] αποικίας [[προς]] τη [[μητρόπολη]]<br /><b>7.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αἱ συγγένειαι</i><br />η [[οικογένεια]]. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''συγγένεια:''' ἡ ([[συγγενής]]),·<br /><b class="num">I. 1.</b> [[ταυτότητα]] γένους ή οικογενειακής καταγωγής, εξ αίματος [[συγγένεια]], [[γενιά]], [[γενεά]], σε Ευρ. κ.λπ.· με γεν., [[γενιά]], εξ αίματος [[συγγένεια]] με ή προς κάποιον, ἡ [[ξυγγένεια]] τοῦ θεοῦ, σε Πλάτ.· επίσης, ἡ πρὸς τοὺς παῖδας [[συγγένεια]], σε Ισοκρ.<br /><b class="num">2.</b> συγγενικοί δεσμοί, οικογενειακή [[σχέση]], [[επιρροή]], [[ισχύς]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> [[γενιά]] κάποιου, σόι, εξ αίματος συγγενείς του, σε Ευρ.· στον πληθ., οικογένειες, [[οίκοι]], σε Δημ. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συγγένεια''': ἡ, (συγγενὴς) ταυτότης γένου, κοινὴ [[καταγωγή]], ὡς καὶ νῦν, [[συγγένεια]], Εὐρ. Ι. Α. 492, Θουκ. 3. 65, κτλ.· πρὸς ξυγγενείας καὶ κηδεστίας Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 21· | |lstext='''συγγένεια''': ἡ, (συγγενὴς) ταυτότης γένου, κοινὴ [[καταγωγή]], ὡς καὶ νῦν, [[συγγένεια]], Εὐρ. Ι. Α. 492, Θουκ. 3. 65, κτλ.· πρὸς ξυγγενείας καὶ κηδεστίας Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 21· μετὰ γεν., [[συγγένεια]] μετά τινος ἢ [[πρός]] τινα, ἡ ξ. τοῦ θεοῦ Πλάτ. Πρωτ. 322Α· διὰ τὴν τοῦ Ἡρακλέους ξ. ὁ αὐτ. ἐν Λύσ. 205C, πρβλ. Χαρμ. 155Α· - οὕτω μετὰ δοτ., κατὰ τὴν αὑτῶν ἑκατέροις ξ. ὁ αὐτ. ἐν Πολιτ. 3?7D· ξ. ἔχειν τινὶ [[αὐτόθι]] 257D· [[ὡσαύτως]], ἡ πρὸς τοὺς παῖδας συγγένεια Ἰσοκρ. 19D ἡ πρὸς ἀλλήλους συγγένεια [[αὐτόθι]] 49Β, κτλ.· - [[κυρίως]] δὲν λέγεται ἐπὶ τῆς σχέσεως τῶν γονέων καὶ τέκνων (ἴδε συγγενὴς ΙΙ, 1, β), γένος γάρ, ἀλλ’ οὐχὶ [[συγγένεια]], τοῦτ’ ἔστιν Ἰσαῖος 72. 32, ἀλλ’ [[ὅμως]] πρβλ. Διόδ. 13. 20. 2) δεσμοὶ συγγενείας, οἰκογενειακαὶ σχέσεις, οἰκογενειακὴ [[ἰσχύς]], Πλάτ. 491C, Συμπ. 178C. 3) ἡ [[σχέσις]] ἀποικίας πρὸς τὴν μητρόπολιν, Wölf εἰς Δημ. Λεπτ. συγγένεια 328. 4) μεταφ., κατὰ συγγένεια τῆς μορφῆς Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 1, 5· ἡ πρὸς τὸ ... ἱερὸν πῦρ συγγένεια παντὸς πυρὸς Πλούτ. 2. 702Ε· ὤτων καὶ γλώττης Λουκ. Ἡρακλ. 5. ΙΙ. συγγενεῖς, ἡ οἰκογένεια, Εὐρ. Ὀρ. 733· ἐπὶ ἑνὸς συγγενοῦς μόνου, [[αὐτόθι]] 1233· - περιληπτικῶς, ἅπαντες οἱ συγγενεῖς τινος, ὁ αὐτ. ἐν Τρῳ. 749· ἡ Περικλέους ὅλη [[οἰκία]] ἢ ἄλλη [[συγγένεια]] Πλάτ. Γοργ. 472Β, πρβλ. Χαρμ. 155Α· ἐν τῷ πληθ., οἰκογένεια, Δημ. 25. 87., 796. 17. 2) ἐπὶ ζῴων, παρὰ τὰς συγγενείας συνδυάζεσθαι Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 11, 7, πρβλ. 5. 1· - [[καθόλου]], [[εἶδος]], [[τάξις]], ὁ αὐτ. ἐν Ἀν. Ὑστ. 1. 9, 2. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{mdlsj | ||
| | |mdlsjtxt=[[συγγένεια]], ἡ, [[συγγενής]]<br /><b class="num">I.</b> [[sameness]] of [[descent]] or [[family]], [[relationship]], kin, Eur., etc.: c. gen. kin, [[relationship]] with or to [[another]], ἡ ξ. τοῦ θεοῦ Plat.; also, ἡ πρὸς τοὺς παῖδας συγγένεια Isocr.<br /><b class="num">2.</b> ties of [[kindred]], [[family]] [[connection]], [[influence]], Plat.<br /><b class="num">II.</b> one's kin, [[kinsfolk]], kinsmen, Eur.; in plural families, Dem. | ||
}} | |||
{{Chinese | |||
|sngr='''原文音譯''':suggšneia 尋格給尼阿<br />'''詞類次數''':名詞(3)<br />'''原文字根''':共同-成為<br />'''字義溯源''':親戚關係,家,家族,親族;源自([[συγγενής]] / [[συγγενίς]])=親族),由([[σύν]] / [[συνεπίσκοπος]])*=同)與([[γένος]])=親戚)組成,其中 ([[γένος]])出自([[γίνομαι]])*=成為)<br />'''出現次數''':總共(3);路(1);徒(2)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 親族(2) 路1:61; 徒7:3;<br />2) 家(1) 徒7:14 | |||
}} | }} | ||
{{ | {{lxth | ||
| | |lthtxt=''[[cognatio]]'', [[relationship]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:1.26.3/ 1.26.3], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:3.65.3/ 3.65.3], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:4.61.2/ 4.61.2], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:5.104.1/ 5.104.1], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:6.16.5/ 6.16.5], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:6.50.4/ 6.50.4], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:7.57.1/ 7.57.1]. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{trml | ||
| | |trtx====[[kinship]]=== | ||
Arabic: قَرَابَة; Armenian: ազգակցություն; Belarusian: роднасць, роднасьць, сваяцтва; Bulgarian: родство, роднинство; Chinese Mandarin: 親屬關係, 亲属关系, 血緣, 血缘, 親屬, 亲属; Cimbrian: bròintekhot; Czech: příbuznost, příbuzenství; Danish: slægtskab, slægt; Dutch: [[verwantschap]]; Esperanto: parenceco; Estonian: sugulussuhted; Finnish: sukulaisuus, sukulaisuussuhde; French: [[parenté]]; Georgian: ნათესაობა; German: [[Verwandtschaft]]; Gothic: 𐍃𐌹𐌱𐌾𐌰; Greek: [[συγγένεια]]; Ancient Greek: [[συγγένεια]]; Hungarian: rokonság; Italian: [[parentela]]; Japanese: 血族関係, 血縁, 親族; Korean: 친족 관계(親族關係), 혈연(血緣), 친족(親族); Macedonian: сродство; Maori: whanaungatanga; Middle English: kynrede; Norwegian Bokmål: slekt; Persian: خویشاوندی, خویشاوندان; Plains Cree: wahkohtowin, ᐊᐧᐦᑯᐦᑐᐃᐧᐣ; Polish: pokrewieństwo; Portuguese: [[parentesco]]; Romanian: înrudire, rudenie; Russian: [[родство]]; Scottish Gaelic: càirdeas; Serbo-Croatian Cyrillic: сро̀дство; Roman: sròdstvo; Slovak: príbuzenstvo; Slovene: sorodstvo; Spanish: [[parentesco]]; Swedish: släkt; Tajik: хешовандӣ; Turkish: akrabalık; Ukrainian: спорі́днення, спорі́дненість; Welsh: ach | |||
}} | }} |