3,276,318
edits
(6_13b) |
(21) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐμπῐπίσκω''': μέλλ. ἐμπίσω ῑ: ἀόρ. ἐνέπῑσα, παθ. ἐνεπίσθην. Μεταβατ. τοῦ [[ἐμπίνω]], δίδω νὰ πίῃ τις, [[ποτίζω]], Πινδ. Ἀποσπ. 77, Νικ. Ἀλεξιφ. 519: ― Μέσ., πληρῶ ἐμαυτόν, χορταίνω, ἐμπίσασθαι ὕδατι Νικ. Θηρ. 537, πρβλ. Ἀλεξιφ. 320: ― Παθ., ἐπὶ τοῦ ποτοῦ, πίνομαι, Νύμφαις ἐμπισθὲν ὁ αὐτ. Θηρ. 624. | |lstext='''ἐμπῐπίσκω''': μέλλ. ἐμπίσω ῑ: ἀόρ. ἐνέπῑσα, παθ. ἐνεπίσθην. Μεταβατ. τοῦ [[ἐμπίνω]], δίδω νὰ πίῃ τις, [[ποτίζω]], Πινδ. Ἀποσπ. 77, Νικ. Ἀλεξιφ. 519: ― Μέσ., πληρῶ ἐμαυτόν, χορταίνω, ἐμπίσασθαι ὕδατι Νικ. Θηρ. 537, πρβλ. Ἀλεξιφ. 320: ― Παθ., ἐπὶ τοῦ ποτοῦ, πίνομαι, Νύμφαις ἐμπισθὲν ὁ αὐτ. Θηρ. 624. | ||
}} | |||
{{Slater | |||
|sltr=[[ἐμπιπίσκω]] <br /> <b>1</b> [[give]] to [[drink]] ]ἐνέπῖσε κεκραμέν' ἐν αἵματι fr. 111. 1. | |||
}} | }} |