ἀδιάζευκτος: Difference between revisions

big3_1
(6_18)
(big3_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀδιάζευκτος''': -ον, ὁ μὴ διεζευγμένος, [[ἀχώριστος]], Κορνοῦτ. π. Θ. Φ. 14, Ἰάμβλ.
|lstext='''ἀδιάζευκτος''': -ον, ὁ μὴ διεζευγμένος, [[ἀχώριστος]], Κορνοῦτ. π. Θ. Φ. 14, Ἰάμβλ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[inseparable]] ἀρεταί Corn.<i>ND</i> 14, cf. Iambl.<i>in Nic</i>.15, 107, [[ἕνωσις]] Procl.<i>in Prm</i>.679.35.<br /><b class="num">2</b> [[indistinguible]] ἀδιάζευκτοι ἀλλήλων Phld.<i>D</i>.1.19.5.
}}
}}