αἰκιστικός: Difference between revisions

big3_2
(6_10)
(big3_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''αἰκιστικός''': -ή, -όν, ἐπιρρεπὴς εἰς τὸ αἰκίζειν· τὸ ἐπίθ. τοῦτο [[εἶναι]] γνωστὸν ἐξ ἐπίρρ. -κῶς, Σχολ. Ἑνετ. Β. 22. 336, [[Πολυδ]]. 8. 75· καὶ παρ’ ἄλλοις Γραμμ: - θηλ. [[αἰκίστρια]], ἡ, (ὡς εἰ ἐξ ἀρσεν. αἰκιστής). Σουΐδ. - Ἐπίρρ. -κῶς, Σχολ. Ἑνετ. Β. Ἰλ. Χ. 336.
|lstext='''αἰκιστικός''': -ή, -όν, ἐπιρρεπὴς εἰς τὸ αἰκίζειν· τὸ ἐπίθ. τοῦτο [[εἶναι]] γνωστὸν ἐξ ἐπίρρ. -κῶς, Σχολ. Ἑνετ. Β. 22. 336, [[Πολυδ]]. 8. 75· καὶ παρ’ ἄλλοις Γραμμ: - θηλ. [[αἰκίστρια]], ἡ, (ὡς εἰ ἐξ ἀρσεν. αἰκιστής). Σουΐδ. - Ἐπίρρ. -κῶς, Σχολ. Ἑνετ. Β. Ἰλ. Χ. 336.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[ultrajante]], [[ignominioso]] Apollon.<i>Lex</i>.109, como glosa a [[ἀϊκής]] <i>Epim.Hom.Il</i>.p.306, junto a ὑβριστικός Poll.8.75.<br /><b class="num">2</b> adv. -ῶς [[violenta]], [[ultrajantemente]] Poll.8.76, Sch.Er.<i>Il</i>.22.336.
}}
}}