γυιοτόρος: Difference between revisions

big3_10
(6_16)
(big3_10)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''γυιοτόρος''': -ον, διαπερνῶν ἢ διατρυπών τὰ [[μέλη]], Χριστόδ. Ἐκφρ. 226.
|lstext='''γυιοτόρος''': -ον, διαπερνῶν ἢ διατρυπών τὰ [[μέλη]], Χριστόδ. Ἐκφρ. 226.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[que atraviesa la carne]], [[que la perfora]] fig. γυιοτόρους μύρμηκας correas que desgarran los miembros</i>, <i>AP</i> 2.226 (Christod.).
}}
}}