ἀπαγορευτικός: Difference between revisions

big3_5
(6_11)
(big3_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπᾰγορευτικός''': -ή, -όν, ὁ ἀπαγορεύων, ἐμποδίζων, μὴ ἐπιτρέπων, Πλούτ. 2. 1037F. ― Ἐπίρρ. -κῶς, Σχόλ. εἰς Ὅμ. πρὸς ἐξήγησιν τοῦ [[ἀπηλεγέως]]· ― ἐν τῆ γραμμ. «ἀπαγορευτικὰ ἐπιρρήματα» Α. Β. σ. 947. 27, «τὸ ἐστὶ... βαρύνεται καὶ [[μετὰ]] τοῦ μὴ ἀπαγορευτικοῦ» Ἐτυμ. 301. 4.
|lstext='''ἀπᾰγορευτικός''': -ή, -όν, ὁ ἀπαγορεύων, ἐμποδίζων, μὴ ἐπιτρέπων, Πλούτ. 2. 1037F. ― Ἐπίρρ. -κῶς, Σχόλ. εἰς Ὅμ. πρὸς ἐξήγησιν τοῦ [[ἀπηλεγέως]]· ― ἐν τῆ γραμμ. «ἀπαγορευτικὰ ἐπιρρήματα» Α. Β. σ. 947. 27, «τὸ ἐστὶ... βαρύνεται καὶ [[μετὰ]] τοῦ μὴ ἀπαγορευτικοῦ» Ἐτυμ. 301. 4.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[que prohibe]] (νόμος) ἀπαγορευτικὸς δὲ ὧν οὐ ποιητέον Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.77, λόγος Plu.2.1037f, cf. Ph.1.561, Corn.<i>ND</i> 16.<br /><b class="num">2</b> gram. [[negativo]] de las partíc., A.D.<i>Coni</i>.229.16.<br /><b class="num">II</b> adv. -ῶς [[de forma negativa]] Aristeas 131, glosa a ἀπηλεγέως Sch.<i>Il</i>.9.309.
}}
}}